Ήταν ο όρος "Ρεμπέτικο" εμπορικός ;

"Κονσούλτο"
Απάντηση
Μήνυμα
Συγγραφέας
Άβαταρ μέλους
ntouzenis
More than 150 posts user.
Δημοσιεύσεις: 618
Εγγραφή: 01 Νοέμ 2005 12:54 pm
Τοποθεσία: Χανιά

Ήταν ο όρος "Ρεμπέτικο" εμπορικός ;

#1 Δημοσίευση από ntouzenis »

Τον τελευταίο χρόνο, μετα και το σχετικο βιβλίο του, ο Πάνος Σαββόπουλος διαδίδει την άποψη, ότι το ΡΕΜΠΕΤΙΚΟ ήταν επιθετικός προσδιορισμός κάποιων τραγουδιών τις δύο-τρεις πρώτες δεκαετίες του περασμένου αιώνα απο τους ανθρωπους των εταιρειών, για εμπορικο σκοπο !!

Και καλα, ποιων τραγουδιών ;; Και απο που και ως που εμπορικος σκοπος ;; Ηταν ενας όρος που πούλαγε αραγε ;; Πιο πριν τι σήμαινε και απο που τον πηραν ;; Και αφου τελικα δεν "επιασε" τις δυο πρωτες δεκαετίες, γιατι συνεχισαν να βαζουν τον ορο ρεμπετικο σποραδικα και μαλλον σπανια ακομα και σε τραγουδια παραδοσιακα ;; Εχει καποια στοιχεια ισως γραπτα ή προφορικα που να το βεβαιώνουν ή να το αποδεικνύουν ;;

Μηπως ειναι μια ακομα πομφόλυγα της βιαστικής και πρόχειρης ενασχόλησης καποιων με το ρεμπετικο ;;
Τελος και αυτοι οι υπευθυνοι των εταιρειων οταν εβαλαν τον ορο "ρεμπετικο" κατι δεν θα υπονοουσαν ;; Μηπως αυτο θα 'πρεπε να βρουμε, τι σημαινε δηλαδη ο ορος αυτος αρχικα εν ετει 1906-1910 ;;

Ελευθεροτυπια
Music

Άβαταρ μέλους
jpez
More than 150 posts user.
Δημοσιεύσεις: 186
Εγγραφή: 15 Ιαν 2005 08:55 pm

#2 Δημοσίευση από jpez »

Εγώ δεν το αποκλείω. Και τον Βαμβακάρη κάπου διάβασα ότι όταν τον πρωτο άκουσαν τους άρεσε η βραχνή φωνή του στις δισκογραφικές εταιρίες. Ίσως ήταν στην μόδα τότε η μαγκιά και πουλούσε, και οι εταιρίες αφού έχουν ως κύριο σκοπό να κερδοσκοπήσουνε πασέρνουν ότι πιστεύουν θα πουλήσει χωρίς έλεος. Πάντως ότι και να πάσερναν οι εταιρίες οι ρεμπέτες πάντα τραγουδούσαν από την ψυχή και δεν ακλουθούσαν καμιά μόδα.

Άβαταρ μέλους
ntouzenis
More than 150 posts user.
Δημοσιεύσεις: 618
Εγγραφή: 01 Νοέμ 2005 12:54 pm
Τοποθεσία: Χανιά

#3 Δημοσίευση από ntouzenis »

Κι αυτο σωστο !! Οντως το μαγκικο και αλανικο "πουλουσε" μεσα στη 10ετια του '20 και οφειλόταν βεβαια και στις παρελθουσες δεκατιες με τα κουτσαβακια, τους μαγκες του Ψυρρη, τους μορτες, τους φυλακόβιους, τους μαγκες του Περαια και ολη τη μυθολογια ! Ομως μεσ'τη δεκ. του '20 πολλοι ελαφροι συνθετες γραφουν τραγουδια με μαγκικο περιεχομενο στους στιχους και πολλες θεατρικες παραστασεις ανεβαινουν, δεν εχει ακομα ταυτιστει εξ ολοκληρου η "μαγκιά" με αυτο που λεμε σημερα ρεμπετικο. Οι μαγκες βεβαια και οι φυλακοβιοι επαιζαν μπουζουκι και μπαγλαμα αυτοσχεδια στιχακια και μουσικες αδεσποτες επι το πλειστον παραδοσιακες ζειμπεκικα και αμανεδες.
Αλλα δες και το αλλο, ο Δελιας δεν ειχε καθολου βαρεια φωνη και εγραφε πανεμορφα μαγκικα τραγουδια. Επισης ο Καλυβοπουλος δεν ηταν η βαρεια φωνη. Αντιθετα ο Κηρομυτης εχει πει (νομιζω στο βιβλιο "Να συλληφθει το ντουμανι" υπαρχει) οτι μιμήθηκε τη φωνη του Μαρκου, δεν ηταν τοσο βαρεια η φωνη του ... και ολα αυτα μετα το 1932. Εδω ψαχνουμε κυριως για τις δεκαετιες 1910 και '20. Μετα το '30 φαινεται να εμπορευματοποιειται οντως καπως το πραγμα αν και υπηρχε η κεκτημενη ταχυτητα ...

Ας δουμε τι λεει συνοπτικα ο Π.Σαββοπουλος :
Η λέξη "ρεμπέτικο" δεν πέρασε ποτέ στη συνθηματική γλώσσα της μαγκιάς, δηλαδή στην αργκό της. Χρησιμοποιήθηκε και προβλήθηκε σαν ένα εμπορικό προσδιοριστικό κάποιων τραγουδιών που δεν είχαν καμία απολύτως σχέση με τα πραγματικά ρεμπέτικα. Στη συνέχεια παρεισέφρησε στα στιχάκια κάποιων ελάχιστων ρεμπέτικων τραγουδιών μάλλον "αστικο-λαϊκού" και "μποέμικου", αλλά σίγουρα όχι "σκληρού" περιεχομένου. Ύστερα η λέξη έγινε "κοινή", δηλαδή "ελευθεριάζουσα", άρα εκμεταλλεύσιμη. Και έτσι το μελάνι συνεχίζει να ρέει σχετικώς...
Η λέξη "ρεμπέτικο" θα έλεγα ότι είναι μία μυστηριώδης λέξη. Υπάρχει μυστήριο τόσο στην καταγωγή της (αν μάλιστα δει κανείς τι έχει γραφτεί σχετικά) όσο και στην ανέκαθεν αλόγιστη, και για διάφορους σκοπούς, χρησιμοποίησή της. Έτσι, αν ρωτήσετε σήμερα κάποιους... κοινούς θνητούς τι είναι "ρεμπέτικο", θα διαπιστώσετε από τις απαντήσεις τους πλήρη σύγχυση. Έχω μια μικρή "ανθολογία" τέτοιων απαντήσεων απείρου κάλλους, αλλά δεν είναι του παρόντος. Αν πάλι ρωτήσετε τους "ειδικούς" -και υπαινίσσομαι βέβαια τους περί τα ρεμπέτικα αναδιφώντες ή και τυρβάζοντες, κοινώς "ρεμπετολόγους"-, θα σας είναι δύσκολο να βρείτε δύο ίδιες απόψεις. Τα διάφορα λεξικά αυτοσχεδιάζουν και τέλος πάντων κανένας δεν μπορεί να ισχυριστεί σήμερα ότι είναι σε θέση να δώσει ένα σαφή ορισμό τι ακριβώς σημαίνει "ρεμπέτικο". Μια άλλη "μαγική εικόνα" με τη λέξη αυτή είναι το πώς προήλθε. Γι' αυτό και αποκάλεσα στην αρχή τη λέξη μυστηριώδη. Μέσα σ' αυτό το "μυστήριο" βρέθηκα κι εγώ, φυσικά, οπότε οτιδήποτε σχετικό υλικό σκόνταφτε στο δρόμο μου το έριχνα σ' ένα φάκελο με την ένδειξη "Περί της λέξεως ρεμπέτικο..."

και τι λεει εις απαντηση ο Νικος Πολιτης :
http://www.klika.gr/cms/index.php?optio ... Itemid=147

AGIS
More than 150 posts user.
Δημοσιεύσεις: 392
Εγγραφή: 05 Φεβ 2005 06:16 pm
Επικοινωνία:

#4 Δημοσίευση από AGIS »

Μια πιθανή εκδοχή είναι το ότι οι ίδιοι οι δημιουργοί των τραγουδιών δεν χρησιμοποιούσαν μια λέξη, ρεμπέτικο, για τα τραγούδια τους, αλλά τα προσδιόριζαν με πιο ειδικούς προσδιορισμούς: σμυρνέικο, πολίτικο κλπ ανάλογα με την προέλευσή τους, χασάπικο, ζεϊμπέκικο κοκ ανάλογα με το ρυθμό, αμανέ, μουρμούρικο κλπ, ή και ανάλογα με το μουσικό δρόμο.
Η λέξη λοιπόν μπορεί να υπήρχε (πχ ρεμπετ ασκερ κλπ κλπ), αλλά η μουσική και το τραγούδι δεν αυτο-προσδιοριζόταν γενικά σαν τέτοιο. Σύμφωνα με αυτή την εκδοχή λοιπόν ο προσδιορισμός αυτός μπορεί να δόθηκε από τις δισκογραφικές εταιρίες σαν μια κατηγοριοποίηση που περιλάμβανε πολλά διαφορετικά συγγενή είδη. Και τελικά συμπεριέλαβε ολόκληρο σχεδόν το λαϊκό τραγούδι των πόλεων ή τέλος πάντων το μεγαλύτερο μέρος του για ολόκληρη την προπολεμική - δισκογραφική περίοδο.

Από την άλλη, αν δει κανείς τους στίχους από το Σεργιάνι στην Παλιά Σμύρνη (στο λινκ της Κλίκας και το άρθρο του Ν.Πολίτη), βλέπει ότι κι εκεί τα ρεμπέτικα είναι μια υποκατηγορία ανάμεσα σε τραγούδια που κατόπιν μπήκαν σε αυτή την ονομασία: Αναφέρονται εκεί σαν ξεχωριστά είδη τα χασάπικα, τα ζεϊμπέκικα, καρσιλαμάδες, αμανέδες, "τραγούδια και καντάδες", και τέλος τα ρεμπέτικα σαν τραγούδια του μαχαλά, δηλαδή της λαϊκής γειτονιάς, και μάλιστα
<<...σαν ετούτο:
Δεν σου τώπα μια μες στην Αρμενιά
δεν σου τώπα δυο μες στο μπαρμπεριό
δεν σου τώπα τρεις να μην παντρευτείς>>
Αυτοσχέδια δηλαδή στιχάκια, ένα τρίστιχο εν προκειμένω, που παρεμπιπτόντως δεν έχει και καμιά σχέση με τη φυλακή κλπ, όπως θα θεωρούσαν πολλοί σαν δεδομένο.
Το γεγονός ότι τα δίστιχα, τρίστιχα κλπ αυτού του είδους ταυτίστηκαν εν πολλοίς με τη φυλακή δεν πρέπει να παραξενεύει, αφού κι η πλειοψηφία των φυλακισμένων από τους μαχαλάδες θα προερχόταν και όχι βέβαια από την "αριστοκρατία" της εποχής, κι επομένως τέτοια θα ήταν και τα τραγούδια τους.
Πάντως πιστέυω ότι ακόμη κι οι τραγουδιστές κι οι δημιουργοί αυτών των δίστιχων, δεν θα έλεγαν στον καιρό τους ότι τραγουδούν "ρεμπέτικα". Οι ίδιοι μάλλον απλώς θα σκαρώνανε στιχάκια και μάλλον η κατάταξή τους των ίδιων ως ρεμπετών και επομένως των τραγουδιών τους ως ρεμπέτικων είναι περισσότερο εξωγενής παρά αυτοπροσδιορισμός, σύμφωνα με όοολη αυτή την εκδοχή.

AGIS
More than 150 posts user.
Δημοσιεύσεις: 392
Εγγραφή: 05 Φεβ 2005 06:16 pm
Επικοινωνία:

#5 Δημοσίευση από AGIS »

Δεν έχει άμεση σχέση με το θέμα αλλά το βάζω ως συναφές:

Από το 2ο τεύχος του περιοδικού "λαϊκό τραγούδι", κι από ένα δισέλιδο (σελ. 70-71) με τίτλο
<<Ένας κατάδικος μπουζουξής στην Ακροναυπλία>>.
Όπως αναφέρεται εισαγωγικά από τη σύνταξη του περιοδικού,
"Το κείμενο που ακολουθεί είναι απόσπασμα από τα "Ταξιδιωτικά" του Ανδρέα Καρκαβίτσα και από το κεφάλαιο "Αι φυλακαί του Ναυπλίου". Πρωτοδημοσιεύτηκε στο περιοδικό "Εστία" 1882, και το αντιγράφουμε από τα "Άπαντα" του συγγραφέα εκδόσεις Καπόπουλος, τόμος Δ΄, Αθήνα 1973".

Από αυτό το δισέλιδο κείμενο του Καρκαβίτσα λοιπόν ένα μικρό απόσπασμα.
(Ο Καρκαβίτσας στο σημείο αυτό της αφήγησής του βρισκεται σαν επισκέπτης, "δημοσιογραφικά" ας πούμε, μέσα στη φυλακή με μερικούς φυλακισμένους, που του περιγράφουν τα παράπονά τους από τη ζωή στη φυλακή) :

<<...-Ε, ωρέ παιδιά αφήστε τα αυτά τα μοιρολόγια. Οι γυναίκες μονάχα μοιρολογούνε, τους έκοψα έξαφνα για να κρύψω τον πόνο μου. Αυτά έχει ο παλιόκοσμος. Ποιος παίζει καλύτερο μπουζούκι;
-Να το βαρέσουμε, μου είπεν ο Σπανός, με το λόγο, κάμνων και κίνημα κατεβατό του χεριού του και χαμογελών.
-Αμ'τι, θα σκάσουμε; Είπεν άλλος.
Έστειλε κ' εφώναξε έναν απ' έξω πως τον ήθελε ο μπάρμπα Βαγγέλης. Ήλθε, ήτο ψηλός Λιδωρικιώτης, πριν λοχίας των Ευζώνων. Άμα του είπε ο μπαρμπα Βαγγέλης, επήρε από μέσα το μπουζούκι του κι ήλθε κ' εκάθισε εις το πεζούλι της θύρας και άρχισε να το κουρδίζει.
- Να ειπής ένα της φυλακής, του είπα.
-Θα πω τον κατάδικο, μου απάντησε με χαμόγελο.
Και άρχισε σύνωρα να παίζη το μπουζούκι και να τραγουδή:

Όποιος με βλέπει και γελώ λέει πίκρα δεν έχω
Μα'γω'χω πίκρα στην καρδιά και πίκρα μεσ'ς τα χείλη.
Δεν έχω φίλο να το πω και να το μολογήσω.
Να σας το ειπώ ψηλά βουνά φοβούμαι μη ραγίστε.
Εμένα μ'εδικάσανε'ς τα σίδερα να λυώσω.
Δε με δικάσαν ξάμηνο δε με δικάσαν χρόνο,
Μον με δικάσαν'πιζωής'ς τα έρημα μπουντρούμια.
Παρακαλώ την Παναγιά και το Θεό δοξάζω,
Να γιάνη το κορμάκι μου και το δεξί μου χέρι,
Να κάμω τρία γράμματα πικρά, φαρμακωμένα,
Το΄να να πάη'ς τη μάνα μου, τ'άλλο'ς την αδελφή μου,
Το τρίτο το πικρότερο'ς τη δόλια μου γυναικα
Να μην αλλάξει τη Λαμπρή και βγη'ς το μισοχώρι,
Γιατί εχ'οχθρούς και χαίρονται και φίλους και λυπούνται.

Όλοι ήσαν με κατεβασμένα μούτρα όταν τελείωσε. Ποιά καρδιά να τ'ακούση και να να μη ραγίση από το παράπονο...>>

Δεν αφορά λοιπόν, το παραπάνω αποσπασμα τη λέξη "ρεμπέτικο", αλλά το μπουζούκι σαν λέξη και σαν όργανο σε αυτή την αφήγηση του 1882. Βέβαια δεν ξέρουμε ποια μορφή είχε το μπουζούκι του φυλακισμένου από το Λιδωρίκι, που είδε κι άκουσε ο Καρκαβίτσας. Προσωπικά υποθέτω ότι θα έμοιαζε με ταμπουρά, όπου θα είχαν ίσως αντικαταστήσει τους μπερντέδες με τάστα. Τα κλειδιά, πιστεύω, θα ήταν ακόμα ξύλινα, και το σκάφος δεν θα είχε αντικατασταθεί με το σκάφος που θυμίζει μαντολίνο ή μαντόλα. Αυτά υποθέτω χωρίς βέβαια τίποτα το χειροπιαστό που μπορεί άμεσα να τα στηρίξει.

Σε ό,τι αφορά το τραγούδι, εδώ δεν πρόκειται για τα γνωστά αυτοσχεδιαστικά δίστιχα και τρίστιχα, αλλά για δεκαπεντασύλλαβο ποίημα, του είδους που κατόπιν ονομάστηκε δημοτικό τραγούδι. Όμως κι αυτοί που ζούσαν με το δημοτικό τραγούδι, που ήταν το τραγούδι τους δηλαδή, δεν είχαν λόγο να το ονομάσουν "δημοτικό", αυτά ήταν τα τραγούδια τους και τα ξεχώριζαν από τον τρόπο που τραγουδιόνταν, που χορεύονταν κι από τη θεματολογία τους: Κλέφτικα, του γάμου, της ξενητιάς, της αγάπης, μοιρολόγια κά. Κι έτσι κι εδώ ο κατάδικος λέει ένα της φυλακής όπως του το ζητά ο Καρκαβίτσας...

Άβαταρ μέλους
bill1961
συντονιστής<br>(03/2008 ως τώρα)
Δημοσιεύσεις: 1024
Εγγραφή: 10 Μάιος 2005 11:51 pm
Τοποθεσία: Ηγουμενίτσα

#6 Δημοσίευση από bill1961 »

Μεταφέρω από το βιβλίο «Δοκίμιο για το Ελληνικό Δημοτικό τραγούδι» του Samuel Baud-Bovy:

Τη λέξη «ρεμπέτης» την άκουσα για πρώτη φορά στη Νίσυρο στα 1931 στο σπίτι όπου, μέσα σε λίγες μέρες, μου είχαν υπαγορεύσει όλα τα τραγούδια του νησιού. Δε ζούσε πια ο πατέρας, ημιεπεγγελματίας λυράρης. Οι δυο κόρες του μου είχαν τραγουδήσει τους σκοπούς του χορού και της τάβλας, τα θρησκευτικά τραγούδια και τα πολλά μοιρολόγια του μικρού νησιού. Ο αδελφός τους, ο Μιχάλης ο λεγόμενος Μπέης, είχε πολύ ταλέντο κι έπαιζε κιθάρα, λαούτο, βιολί και σαντούρι. Ένα βράδι που με συνόδεψε στο ξενοδοχείο των Λουτρών έξω από το χωριό, άρχισε να μου μιλάει για τη ζωή του που τη χαράμισε, την κακοπέρασή του στην Αμερική, την υγεία του που την είχαν ρημάξει το πιοτό και το τσιγάρο, την απομόνωση του στο χωριό. Τα τραγούδια που έλεγε αναδίνουν το ίδιο αίσθημα πίκρας και μαρασμού:
Όποιος μ' ακούει και τραγουδώ, αμάν, αμάν, λέει δεν έχω πίκρα,
μα 'γώ 'χω μέσα στην καρδιά, αμάν, αμάν, ένα μαχαίρι δίπλα.

Πάνω σε σκοπό που στην Κάσο, από το τσάκισμά του, τον ονόμαζαν Γιαραμάς (Μακρής σ. 24, αρ. 26), μου τραγούδησε και το δίστιχο:
Άιντε να ρεμπελλέψομε, γιαρ αμάν, ρεμπέτες να γενούμε,
να μας 'γαπούν μελαχρινές, γιαρ αμάν, να τις περιφρονούμε.
(Baud-Bovy 1938, σ. 188)
Δεν ήξερα τι σημαίνει η λέξη «ρεμπέτης». Η γριά μάνα, για να μου την εξηγήσει, με πονεμένο γνέψιμο μου έδειξε το Μιχάλη.


Επίσης από την αυτοβιογραφία του Μιχάλη Γεννίτσαρη:
Και μ’ έβριζε η μάνα μου ρεμπεσκέ, δηλαδή ρεμπέτη. Γιατί ο ρεμπέτης ήτανε βρισιά, αλλά τώρα το ‘χουνε για έπαινο να τους λένε ρεμπέτες.
Μήπως αυτό ακριβώς αναιρεί ένα από τα επιχειρήματα (ότι δηλ. οι συνθέτες δε χρησιμοποιούν στα τραγούδια τους τη λέξη ρεμπέτης-ρεμπέτικο) του Σαββόπουλου?

Όσο για τις απόψεις των «ρεμπετολογούντων», μεταφέρω αυτά που λέει ο ίδιος ο Π. Σαββόπουλος:
Για την καταγωγή της λέξεως «ρεμπέτης» έχουν γραφτεί και προταθεί διάφορα λίαν ενδιαφέροντα, με ποικίλους αλλά πάντα ατεκμηρίωτους ισχυρισμούς και ερμηνείες, ενίοτε δε και με καλπάζουσα λεξικογραφική φαντασία.

AGIS
More than 150 posts user.
Δημοσιεύσεις: 392
Εγγραφή: 05 Φεβ 2005 06:16 pm
Επικοινωνία:

#7 Δημοσίευση από AGIS »

Με τα παραπάνω αμέσως βγαίνουν δυο διαφορετικές έννοιες της λέξης.
Από τον κασιώτικο στίχο:

Άιντε να ρεμπελλέψομε, γιαρ αμάν, ρεμπέτες να γενούμε,

Κι από το Γενίτσαρη:

Και μ’ έβριζε η μάνα μου ρεμπεσκέ, δηλαδή ρεμπέτη.

Στη μια περίπτωση ρεμπέτης είναι ο ρέμπελος, στην άλλη περίπτωση ο ρεμπεσκές.
Το σίγουρο είναι πως ούτε η μια ούτε η άλλη έννοια ανταποκρίνεται στις κοινωνικές συμβάσεις. Όμως το νόημά τους είναι πολύ διαφορετικό.
Ρέμπελος είναι ας πούμε ο απείθαρχος, ο απειθάρχητος, έως ο εξεγερμένος (βλ. "το ρεμπελιό των ποπολάρων", βλ. και στα αγγλικα ρέμπελ = αντάρτης, εξεγερμένος, επαναστάτης, στασιαστής).
Ρεμπεσκές είναι απλώς το ρεμάλι.
Δεν είναι παράξενο που η λέξη ρεμπέτης μπορεί να υποδλώνει και τις δυο σημασίες διαζευκτικά, ανάλογα με τα συμφραζόμενα.

Από την άλλη μήπως τα λόγια του Γενίτσαρη μπορεί και να στηρίζουν το επιχείρημα του Σαββόπουλου, με την έννοια ότι οι δημιουργοί δεν θα δίναν στο τραγούδι τους μια ονομασία με τέτοια υποτιμητική έννοια, που "ήταν βρισιά"; Ίσως είναι πιο πιθανό ότι "οι άλλοι" που τους αποκαλούσαν ρεμπέτες, είπαν κατά συνέπεια και τα τραγούδια τους ρεμπέτικα. Αλλά μια που δεν υπάρχουν και στεγανά σύνορα ανάμεσα στο "εμεις" και στο "οι άλλοι", ο τρόπος που "μας" προσδιορίζουν γίνεται και τρόπος αυτοπροσδιορισμού. Με την καλή έννοια, που λένε.

Απάντηση

Επιστροφή σε “Κουβεντούλα”