Βασίλης Τσιτσάνης: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Από στίχοι
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
ntouzenis (συζήτηση)
 
ntouzenis (συζήτηση)
Γραμμή 6: Γραμμή 6:
==Σταδιοδρομία στην μουσική==
==Σταδιοδρομία στην μουσική==
Ο πατέρας του είχε μία μαντολα και έπαιζε μετα τη δουλειά κλέφτικα τραγούδια. 12 χρονών ο Τσ. παίρνει τη μαντόλα στα χέρια του και αρχίζει να παίζει. Λίγο μετα, το 1927, ο πατέρας του πεθαίνει. Ο Τσιτσάνης ξεκινάει να μαθαίνει βιολί με τον Ιταλό μαέστρο Γκιόσα που βρίσκεται τα καλοκαίρια στα Τρίκαλα με το τρίο "Μπαρόνι". Αλλάζοντας το μπράτσο της μαντόλας τη μετατρέπει σε μπουζούκι κάπου στα 1928-'29 και ξεκινάει να παίζει μπουζούκι και απο 14 χρονων να γράφει τα πρώτα του τραγούδια. Προφανώς θα είχε ακούσει και δει κάποιο άλλο μπουζούκι μια και οι πρώτες εμπορικές ηχογραφήσεις με μπουζούκι έγιναν με τον Καραπιπέρη στην Αμερική, οριακά εκείνα τα χρόνια. Δεν ξέρουμε αν μεγαλύτερος αδερφός του Κίτσος (Χρήστος) είχε μάθει ήδη μπουζούκι και έδειξε στο Βασίλη και ακόμα αν είχε κάνει αυτος την αλλαγή της μαντόλας σε μπουζούκι. Η χρονολογία αυτη είναι σημαντική, γιατι ούτε ο Χαλικιάς ούτε ο Μανέτας ούτε ο Μάρκος είχαν ακόμα ηχογραφήσει. Ομως το μπουζούκι στον Πειραιά και στην Αθήνα είχε αρχίσει να γίνεται δημοφιλές απο το 1925 και μετα, με τους Σκριβάνο, Μπογιατζή, Αϊβαλιώτη, Σκούρτη, Μανέτα, Μπαγιαντέρα, Μπάτη, Ζουριδάκη και λίγο αργότερα με τους Βαμβακάρη, Κηρομύτη, Καρυδάκη, Δελιά, Γενίτσαρη κ.α. Στην ευρύτερη περιοχή της Θεσσαλίας ξέρουμε ακόμα τους ταμπουράδες στο Βόλο του Μιλάνου και στο Πήλιο του γέρου δασκάλου του Δερβενιώτη. Απο τις πληροφορίες που έχουμε ο Στέφανος Μιλάνος έβαλε τάστα στον παλιο ταμπουρά του πατέρα του το 1925. Ο Τσιτσάνης πάει στο
Ο πατέρας του είχε μία μαντολα και έπαιζε μετα τη δουλειά κλέφτικα τραγούδια. 12 χρονών ο Τσ. παίρνει τη μαντόλα στα χέρια του και αρχίζει να παίζει. Λίγο μετα, το 1927, ο πατέρας του πεθαίνει. Ο Τσιτσάνης ξεκινάει να μαθαίνει βιολί με τον Ιταλό μαέστρο Γκιόσα που βρίσκεται τα καλοκαίρια στα Τρίκαλα με το τρίο "Μπαρόνι". Αλλάζοντας το μπράτσο της μαντόλας τη μετατρέπει σε μπουζούκι κάπου στα 1928-'29 και ξεκινάει να παίζει μπουζούκι και απο 14 χρονων να γράφει τα πρώτα του τραγούδια. Προφανώς θα είχε ακούσει και δει κάποιο άλλο μπουζούκι μια και οι πρώτες εμπορικές ηχογραφήσεις με μπουζούκι έγιναν με τον Καραπιπέρη στην Αμερική, οριακά εκείνα τα χρόνια. Δεν ξέρουμε αν μεγαλύτερος αδερφός του Κίτσος (Χρήστος) είχε μάθει ήδη μπουζούκι και έδειξε στο Βασίλη και ακόμα αν είχε κάνει αυτος την αλλαγή της μαντόλας σε μπουζούκι. Η χρονολογία αυτη είναι σημαντική, γιατι ούτε ο Χαλικιάς ούτε ο Μανέτας ούτε ο Μάρκος είχαν ακόμα ηχογραφήσει. Ομως το μπουζούκι στον Πειραιά και στην Αθήνα είχε αρχίσει να γίνεται δημοφιλές απο το 1925 και μετα, με τους Σκριβάνο, Μπογιατζή, Αϊβαλιώτη, Σκούρτη, Μανέτα, Μπαγιαντέρα, Μπάτη, Ζουριδάκη και λίγο αργότερα με τους Βαμβακάρη, Κηρομύτη, Καρυδάκη, Δελιά, Γενίτσαρη κ.α. Στην ευρύτερη περιοχή της Θεσσαλίας ξέρουμε ακόμα τους ταμπουράδες στο Βόλο του Μιλάνου και στο Πήλιο του γέρου δασκάλου του Δερβενιώτη. Απο τις πληροφορίες που έχουμε ο Στέφανος Μιλάνος έβαλε τάστα στον παλιο ταμπουρά του πατέρα του το 1925. Ο Τσιτσάνης πάει στο
γυμνάσιο και αποτελεί το βασικό μέλος της παρέας που διασκεδάζει με το μπουζούκι του. Βάζοντας στοιχεία απο τα εφηβικα του βιώματα ο Τ. στα τραγούδια του συνθέτει και στιχουργεί ακατάπαυστα. Η "Παραγουάη"( Σε φίνο ακρογυάλι) είναι απο τα πρώτα του τραγούδια, "Στου Αλευρά τη μάντρα" αναφέρεται σε πραγματικό γεγονός στα Τρίκαλα, η "Καλαμπακιώτισα" είναι συγκεκριμένη συμμαθήτρια του με την οποία είναι τσιμπημένος κλπ. Η δεινότητα του στο μπουζούκι τον φέρνει να συνεργάζεται το 1934 με τον δημοτικό τραγουδιστή Δημήτρη Περδικόπουλο που περιοδεύει στα πανηγύρια της περιοχής. Ο Π. τον παίρνει μαζι του σε πανηγύρια και λαϊκά κέντρα της Φθιώτιδας και Βοιωτίας όπου ο Τσιτσάνης παίρνει το βάπτισμα του πυρος. Το κάνει σαν εμπειρία αλλα δεν τον τραβάει ο χώρος των πανηγυριών.  Τελειώνοντας το 6τάξιο γυμνάσιο οι γονείς του με τις γνωριμίες τους, του έχουν έτοιμη δουλειά στην τράπεζα στα Τρίκαλα, δεν θέλουν να ακούσουν για μπουζούκι ! Λίγο δίστασε ο Τ. αλλά η απόφαση του ήταν να αφοσιωθεί στη μουσική ! Με πρόφαση να σπουδάσει στην Αθήνα πείθει τους γονεις του και στα τέλη του 1935 κατεβαίνει για να σπουδάσει (τάχα μου) στη Νομική Αθηνών. Μαζι στα πρώτα βηματα του στην Αθήνα ο Περδικόπουλος που ωστόσο ήταν αναγνωρισμένος τραγουδιστής με δισκογραφία. Παίζουν σε μικρα ταβερνάκια οι δυο τους όπως τα "Μπιζέλια" στον Κολωνό, το μπαρ "Κουκλάκι" στην 3η Σεπτεμβρίου και Ιουλιανού και στον "Πλάτανο", ένα ταβερνάκι κοντα στο σταθμό Λαρίσης που συχνάζουν φοιτητές. Απο διηγήσεις μαθαίνουμε ότι με τον Περδικόπουλο παρακολουθούν απο το φράχτη το πρόγραμμα του "Δάσους" στο Βοτανικό γύρω στα 1936-37 ενω παίζουν ο Μάρκος, ο Κηρομύητης, ο Χατζηχρήστος και άλλοι. Εν τω μεταξύ ο Περδικόπουλος καταφέρνει να γράψει ο Τ. τα δύο πρώτα του τραγούδια με την τραγουδίστρια Ελβίρα Κάκκη.
γυμνάσιο και αποτελεί το βασικό μέλος της παρέας που διασκεδάζει με το μπουζούκι του. Βάζοντας στοιχεία απο τα εφηβικα του βιώματα ο Τ. στα τραγούδια του συνθέτει και στιχουργεί ακατάπαυστα. Η "Παραγουάη"( Σε φίνο ακρογυάλι) είναι απο τα πρώτα του τραγούδια, "Στου Αλευρά τη μάντρα" αναφέρεται σε πραγματικό γεγονός στα Τρίκαλα, η "Καλαμπακιώτισα" είναι συγκεκριμένη συμμαθήτρια του με την οποία είναι τσιμπημένος κλπ. Η δεινότητα του στο μπουζούκι τον φέρνει να συνεργάζεται το 1934 με τον δημοτικό τραγουδιστή Δημήτρη Περδικόπουλο που περιοδεύει στα πανηγύρια της περιοχής. Ο Π. τον παίρνει μαζι του σε πανηγύρια και λαϊκά κέντρα της Φθιώτιδας και Βοιωτίας όπου ο Τσιτσάνης παίρνει το βάπτισμα του πυρος. Το κάνει σαν εμπειρία αλλα δεν τον τραβάει ο χώρος των πανηγυριών.  Τελειώνοντας το 6τάξιο γυμνάσιο οι γονείς του με τις γνωριμίες τους, του έχουν έτοιμη δουλειά στην τράπεζα στα Τρίκαλα, δεν θέλουν να ακούσουν για μπουζούκι ! Λίγο δίστασε ο Τ. αλλά η απόφαση του ήταν να αφοσιωθεί στη μουσική ! Με πρόφαση να σπουδάσει στην Αθήνα πείθει τους γονεις του και στα τέλη του 1935 κατεβαίνει για να σπουδάσει (τάχα μου) στη Νομική Αθηνών. Μαζι στα πρώτα βηματα του στην Αθήνα ο Περδικόπουλος που ωστόσο ήταν αναγνωρισμένος τραγουδιστής με δισκογραφία. Παίζουν σε μικρα ταβερνάκια οι δυο τους όπως τα "Μπιζέλια" στον Κολωνό, το μπαρ "Κουκλάκι" στην 3η Σεπτεμβρίου και Ιουλιανού και στον "Πλάτανο", ένα ταβερνάκι κοντα στο σταθμό Λαρίσης που συχνάζουν φοιτητές. Απο διηγήσεις μαθαίνουμε ότι με τον Περδικόπουλο παρακολουθούν απο τη μάντρα το πρόγραμμα του "Δάσους" στο Βοτανικό γύρω στα 1936-37 ενω παίζουν ο Μάρκος, ο Κηρομύτης, ο Χατζηχρήστος και άλλοι. Εν τω μεταξύ ο Περδικόπουλος καταφέρνει να γράψει ο Τ. τα δύο πρώτα του τραγούδια με την τραγουδίστρια Ελβίρα Κάκκη.
Είναι τα "Μαντήλι χρυσοκεντημένο" καλαματιανό και το "Πικρός είναι πόνος μου" ζεϊμπέκικο. Λανθασμένα  η Κάκκη θεωρήθηκε παλιότερα ότι είναι η Ελβίρα ντε Ιντάλγκο τραγουδίστρια της Οπερας που τραγούδησε το '33 μία απο τις 5 εκτελέσεις του Μπάρμπα-Γιάννη Κανατά.
Είναι τα "Μαντήλι χρυσοκεντημένο" καλαματιανό και το "Πικρός είναι πόνος μου" ζεϊμπέκικο. Λανθασμένα  η Κάκκη θεωρήθηκε παλιότερα ότι είναι η Ελβίρα ντε Ιντάλγκο τραγουδίστρια της Οπερας που τραγούδησε το '33 μία απο τις 5 εκτελέσεις του Μπάρμπα-Γιάννη Κανατά.



Αναθεώρηση της 00:00, 1 Ιανουαρίου 1970

Βιογραφικά στοιχεία

Τρίκαλα 18 Ιανουαρίου 1915 - Λονδίνο 18 Ιανουαρίου 1984 Γιος του Κώστα Τσιτσάνη ξακουστού τσαρουχά απο το Μέτσοβο και της Βικτωρίας (Βίτως) απο τα Ζαγόρια ήταν το 4ο απο τα 6 παιδιά τους.

Σταδιοδρομία στην μουσική

Ο πατέρας του είχε μία μαντολα και έπαιζε μετα τη δουλειά κλέφτικα τραγούδια. 12 χρονών ο Τσ. παίρνει τη μαντόλα στα χέρια του και αρχίζει να παίζει. Λίγο μετα, το 1927, ο πατέρας του πεθαίνει. Ο Τσιτσάνης ξεκινάει να μαθαίνει βιολί με τον Ιταλό μαέστρο Γκιόσα που βρίσκεται τα καλοκαίρια στα Τρίκαλα με το τρίο "Μπαρόνι". Αλλάζοντας το μπράτσο της μαντόλας τη μετατρέπει σε μπουζούκι κάπου στα 1928-'29 και ξεκινάει να παίζει μπουζούκι και απο 14 χρονων να γράφει τα πρώτα του τραγούδια. Προφανώς θα είχε ακούσει και δει κάποιο άλλο μπουζούκι μια και οι πρώτες εμπορικές ηχογραφήσεις με μπουζούκι έγιναν με τον Καραπιπέρη στην Αμερική, οριακά εκείνα τα χρόνια. Δεν ξέρουμε αν μεγαλύτερος αδερφός του Κίτσος (Χρήστος) είχε μάθει ήδη μπουζούκι και έδειξε στο Βασίλη και ακόμα αν είχε κάνει αυτος την αλλαγή της μαντόλας σε μπουζούκι. Η χρονολογία αυτη είναι σημαντική, γιατι ούτε ο Χαλικιάς ούτε ο Μανέτας ούτε ο Μάρκος είχαν ακόμα ηχογραφήσει. Ομως το μπουζούκι στον Πειραιά και στην Αθήνα είχε αρχίσει να γίνεται δημοφιλές απο το 1925 και μετα, με τους Σκριβάνο, Μπογιατζή, Αϊβαλιώτη, Σκούρτη, Μανέτα, Μπαγιαντέρα, Μπάτη, Ζουριδάκη και λίγο αργότερα με τους Βαμβακάρη, Κηρομύτη, Καρυδάκη, Δελιά, Γενίτσαρη κ.α. Στην ευρύτερη περιοχή της Θεσσαλίας ξέρουμε ακόμα τους ταμπουράδες στο Βόλο του Μιλάνου και στο Πήλιο του γέρου δασκάλου του Δερβενιώτη. Απο τις πληροφορίες που έχουμε ο Στέφανος Μιλάνος έβαλε τάστα στον παλιο ταμπουρά του πατέρα του το 1925. Ο Τσιτσάνης πάει στο γυμνάσιο και αποτελεί το βασικό μέλος της παρέας που διασκεδάζει με το μπουζούκι του. Βάζοντας στοιχεία απο τα εφηβικα του βιώματα ο Τ. στα τραγούδια του συνθέτει και στιχουργεί ακατάπαυστα. Η "Παραγουάη"( Σε φίνο ακρογυάλι) είναι απο τα πρώτα του τραγούδια, "Στου Αλευρά τη μάντρα" αναφέρεται σε πραγματικό γεγονός στα Τρίκαλα, η "Καλαμπακιώτισα" είναι συγκεκριμένη συμμαθήτρια του με την οποία είναι τσιμπημένος κλπ. Η δεινότητα του στο μπουζούκι τον φέρνει να συνεργάζεται το 1934 με τον δημοτικό τραγουδιστή Δημήτρη Περδικόπουλο που περιοδεύει στα πανηγύρια της περιοχής. Ο Π. τον παίρνει μαζι του σε πανηγύρια και λαϊκά κέντρα της Φθιώτιδας και Βοιωτίας όπου ο Τσιτσάνης παίρνει το βάπτισμα του πυρος. Το κάνει σαν εμπειρία αλλα δεν τον τραβάει ο χώρος των πανηγυριών. Τελειώνοντας το 6τάξιο γυμνάσιο οι γονείς του με τις γνωριμίες τους, του έχουν έτοιμη δουλειά στην τράπεζα στα Τρίκαλα, δεν θέλουν να ακούσουν για μπουζούκι ! Λίγο δίστασε ο Τ. αλλά η απόφαση του ήταν να αφοσιωθεί στη μουσική ! Με πρόφαση να σπουδάσει στην Αθήνα πείθει τους γονεις του και στα τέλη του 1935 κατεβαίνει για να σπουδάσει (τάχα μου) στη Νομική Αθηνών. Μαζι στα πρώτα βηματα του στην Αθήνα ο Περδικόπουλος που ωστόσο ήταν αναγνωρισμένος τραγουδιστής με δισκογραφία. Παίζουν σε μικρα ταβερνάκια οι δυο τους όπως τα "Μπιζέλια" στον Κολωνό, το μπαρ "Κουκλάκι" στην 3η Σεπτεμβρίου και Ιουλιανού και στον "Πλάτανο", ένα ταβερνάκι κοντα στο σταθμό Λαρίσης που συχνάζουν φοιτητές. Απο διηγήσεις μαθαίνουμε ότι με τον Περδικόπουλο παρακολουθούν απο τη μάντρα το πρόγραμμα του "Δάσους" στο Βοτανικό γύρω στα 1936-37 ενω παίζουν ο Μάρκος, ο Κηρομύτης, ο Χατζηχρήστος και άλλοι. Εν τω μεταξύ ο Περδικόπουλος καταφέρνει να γράψει ο Τ. τα δύο πρώτα του τραγούδια με την τραγουδίστρια Ελβίρα Κάκκη. Είναι τα "Μαντήλι χρυσοκεντημένο" καλαματιανό και το "Πικρός είναι πόνος μου" ζεϊμπέκικο. Λανθασμένα η Κάκκη θεωρήθηκε παλιότερα ότι είναι η Ελβίρα ντε Ιντάλγκο τραγουδίστρια της Οπερας που τραγούδησε το '33 μία απο τις 5 εκτελέσεις του Μπάρμπα-Γιάννη Κανατά.


Δισκογραφία

Προπολεμικά Τραγούδια του Βασίλη Τσιτσάνη

Μεταπολεμικά Τραγούδια του Βασίλη Τσιτσάνη

Πηγές

  • Βασίλης Τσιτσάνης Άπαντα, Επιμέλεια Θεόφιλος Αναστασίου, Έκδοση του Περιοδικού Λαϊκό Τραγούδι, 2004.
  • Βασίλης Τσιτσάνης - 1946, Μ.Αθανασάκη, Έκδοση του Περιοδικού Λαϊκό Τραγούδι, 2006.
  • Βασίλης Τσιτσάνης, Η ζωή μου και το έργο μου, Κώστα Χατζηδουλή, Εκδόσεις Νεφέλη, 1979


Πρότυπο:Επέκταση