Αντώνης Διαμαντίδης (ή Νταλγκάς)

Kάποιος βάζει πληροφορίες,στοιχεία,φωτο , οι άλλοι ας συμπληρώνουν να μαζέψουμε όσο περισσότερα μπορούμε.
Απάντηση
Μήνυμα
Συγγραφέας
mpletsas
More than 150 posts user.
Δημοσιεύσεις: 522
Εγγραφή: 06 Σεπ 2004 07:28 pm

Αντώνης Διαμαντίδης (ή Νταλγκάς)

#1 Δημοσίευση από mpletsas »

Το κείμενο είναι του Παναγιώτη Κουνάδη και προέρχεται από το ένθετο του CD «Συνθέτες του Ρεμπέτικου - 22 - Αντώνης Διαμαντίδης (Νταλγκάς) Ι» της γνωστής σειράς «Αρχείο Ελληνικής Δισκογραφίας».

ΑΝΤΩΝΗΣ ΔΙΑΜΑΝΤΙΔΗΣ (ή Νταλγκάς)

Κωνσταντινούπολη 1892 - Αθήνα 1945

Συνθέτης - τραγουδιστής - στιχουργός - οργανοπαίκτης

Ο Αντώνης Διαμαντίδης ή Χατζηδιαμαντίδης, γνωστός με το ψευδώνυμό του «Νταλγκάς», από την κυματιστή φωνή του, ανήκει στη μεγάλη γενιά των σπουδαίων μουσικών που εγκαταστάθηκαν στην απελευθερωμένη Ελλάδα μετά τη μεγάλη καταστροφή του 1922. Κατά κύριο λόγο υπήρξε τραγουδιστής αλλά η δισκογραφία του αποδεικνύει πόσο σπουδαίος συνθέτης και στιχουργός ήταν. Ακόμη, σύμφωνα με τις μαρτυρίες συναδέλφων του στάθηκε στο πάλκο παίζοντας στην αρχή ούτι και στη συνέχεια 9χορδη κιθάρα, που από χρόνια πολλά είχε εγκαταλειφθεί. Μελετώντας τα τελευταία χρόνια τη δισκογραφία του, μπορούμε να κατατάξουμε τον Αντ. Νταλγκά στους μεγαλύτερους Έλληνες τραγουδιστές όλων των εποχών - ίσως τον μεγαλύτερο - αν λάβουμε υπ'όψιν ότι τραγούδησε με ιδιαίτερη άνεση και ευχέρεια όλους σχεδόν τους τύπους του αμανέ.

Γεννήθηκε το 1892 στο προάστιο Αρναούκιοϊ της Πόλης και ήταν το τρίτο παιδί ευκατάστατης Ελληνικής οικογένειας, μετά από δύο αδελφές, την Αικατερίνη και την Ελένη. Στα νεανικά του χρόνια, παράλληλα με τα μαθήματα στο σχολείο, δούλευε, βοηθώντας τον πατέρα του, που ήταν εμποροράπτης. Έτσι έμαθε την «τέχνη του γελεκά» που όμως έμελλε να μη χρησιμοποιήσει ποτέ για επιβίωση. Κι αυτό γιατί από παιδί γύριζε στα εξοχικά κέντρα της Πόλης ακούγοντας και θαυμάζοντας τους μεγάλους Έλληνες και Τούρκους μουσικούς των αρχών του αιώνα. Να πως περιγράφει το ξεκίνημά του ο φίλος, συνεργάτης του και κατοπινός γαμπρός του, επίσης μουσικός και τραγουδιστής, Φίλανδρος Μάρκου:

«... Με την μανία που είχε, κάθε βράδυ μικρός όπως ήτανε, πήγαινε και άκουγε, προ παντός, στα εξοχικά κέντρα της Κωνσταντινουπόλεως τις μαντολινάτες. Και ένα βράδυ του λέει ένας μουσικός από την ορχήστρα άν του αρέσει η μουσική. Ήταν αυτό που περίμενε να του πούνε για να έρθει σε επαφή με τους μουσικούς και να τους πει το μυστικό του, πως ήθελε να γίνει και αυτός μουσικός και γι'αυτό κάθε βράδυ ήτανε παρών δίπλα στην ορχήστρα, με τα μαντολίνα και τις κιθάρες. Κι αμέσως του λέει κάποιος μουσικός, ξέρεις κανένα τραγουδάκι να μας πεις; Προθυμότατος τους λέει ναι και αμέσως ανεβαίνει στο πάλκο καί παίρνει το πρώτο βάπτισμα. Αυτό ήτανε!»

Πράγματι, ο Αντώνης Νταλγκάς ανέβηκε στο πάλκο εκείνο το βράδυ, γύρω στο 1910 και δεν ξανακατέβηκε (μέχρι που μπήκαν οι Γερμανοί στην Αθήνα, το 1941). Η φωνή του εντυπωσίασε τόσο που αμέσως εντάχθηκε στο σχήμα και άρχισε την επαγγελματική του καριέρα από τη μικρή ηλικία των 18 περίπου ετών. Γρήγορα έμαθε ούτι και κιθάρα και η φήμη του, σαν τραγουδιστής, ξαπλώθηκε στους τότε γνωστούς χώρους όχι μόνο των Ελλήνων αλλά και των Τούρκων μερακλήδων που αναζητούσαν τον εξαίρετο αυτόν νεαρό τραγουδιστή.

Είναι βέβαιο ότι όλα τα χρόνια, μέχρι το 1922, εκτός από την Κωνσταντινούπολη περιόδευσε και τραγούδησε στη Σμύρνη - το μεγάλο κέντρο του Ελληνικού πολιτισμού - στις πόλεις των παραλίων της Μικράς Ασίας και πιθανόν να ήρθε και στην Ελλάδα, αφού από το 1919 έως το 1922 τον βρίσκουμε να τραγουδά με την ορχήστρα του για τους Έλληνες μετανάστες προς την Αμερική στο υπερωκεάνειο «Μέγας Αλέξανδρος». Από τους επώνυμους συνεργάτες του αυτής της περιόδου σημειώνουμε τον Σμυρνιό Γιώργο Σαβαρή, κατοπινό ιδρυτή της ομώνυμης «Πανελλήνιας Εστουδιαντίνας» στην Αθήνα του 1924, τον επίσης Σμυρνιό τραγουδιστή Γιώργο Βιδάλη, τον Κωνσταντινοπολίτη τραγουδιστή Στέφανο Μακρή καθώς και πολλά μέλη της Σμυρνέικης Εστουδιαντίνας του Γιώργου Σιδερή.

Το 1919 παντρεύτηκε στην Κωνσταντινούπολη την Αργυρώ Νικολάου και απέκτησαν μια κόρη, την Άννα.

Η παρουσία του σε πλοίο της γραμμής Ελλάδα-Αμερική, τα χρόνια εκείνα, ίσως να ήταν και η πρώτη με Έλληνες μουσικούς και τραγουδιστές, κάτι που έγινε συνήθεια τα επόμενα χρόνια, με διάφορες ορχήστρες. Τα γεγονότα του 1922 - οπισθοχώρηση του Ελληνικού στρατού τη Μ. Ασία και καταστροφή της Σμύρνης - βρίσκουν τον Αντώνη Νταλγκά να τραγουδά στο υπερωκεάνειο «Μέγας Αλέξανδρος». Γράφει στην οικογένειά του στην Πόλη να φύγουν και συναντιώνται το 1922 στην Ελλάδα.

Με την εγκατάστασή του πρώτα στον Πειραιά και τελικά στην Αθήνα - στα Πετράλωνα - έρχεται σε επαφή με τους μουσικούς στο γνωστό στέκι της οδού Αθηνάς «Το καφενείον η Μικρά Ασία» και με διάφορα σχήματα αρχίζει να τραγουδά στα γνωστά κέντρα της εποχής. Σύμφωνα με μαρτυρία του γνωστού συνθέτη και σαντουριέρη Κώστα Τζόβενου, ήταν ο πρώτος που γνώρισε ο Αντ. Νταλγκάς και συνεργάστηκε μαζί του για δέκα περίπου χρόνια συνέχεια. Τα πιο ενδιαφέροντα κέντρα της εποχής που τραγούδησε ήταν του Μουρούζη στην οδό Αθηνάς, του Ορφανού στη Λεωφόρο Αλεξάνδρας, Του Σερελέα στην οδό Δώρου, το «Ακταίον» στο Ν. Φάληρο, η «Μπύρα του Πίκινου» στο Θησείο κ.ά. Τα χρόνια αυτά συνεργάζεται στο πάλκο με όλα τα μεγάλα ονόματα της εποχής, όπως τον Δημήτρη Σέμση (βιολί), τον Κώστα Καρίπη (κιθάρα και τραγούδι), τον Μήτσο Αραπάκη (σαντούρι και τραγούδι), τον Γιάννη Δραγάτση ή Ογδοντάκη (βιολί), τον Γρηγόρη Ασίκη (ούτι και τραγούδι), τον Παναγιώτη Τούντα (μαντολινο) - για μια χρονιά - και άλλους πολλούς.

Η δισκογραφική του παρουσία αρχίζει αμέσως με την εγκατάσταση σου παραρτήματος της Αγγλικής His Master's Voice στην Ελλάδα το 1925, με την οποία μάλιστα υπογράφει και το πρώτο συμβόλαιό του. Με το σήμα της εταιρείας αυτής θα τραγουδήσει ανάμεσα στο 1925 και 1932 τα περισσότερα τραγούδια από κάθε Έλληνα τραγουδιστή μέχρι σήμερα σε μια εταιρία και για το αντίστοιχο χρονικό διάστημα.

Μέχρι στιγμής έχουν καταγραφεί στην H.M.V. 236 τραγούδια, μερικά εκ των οποίων είναι δικές του συνθέσεις και τα τραγουδούν άλλοι τραγουδιστές. Υπάρχουν επίσης 54 μανέδες. Στη συνέχεια (1927-28-29-30) συνεργάστηκε με όλες τις εταιρείες ηχογραφώντας άγνωστο αριθμό τραγουδιών με τη γαλλική Pathe και τη γερμανική Polydor (δεν έχουν βρεθεί κατάλογοι των εταιρειών αυτών - μέχρι στιγμής - ώστε να εντοπιστεί ο πραγματικός αριθμός των ηχογραφήσεων). Πάντως στην Pathe πρέπει να πλησιάζουν τα 50 και στην Polydor τα 40. Μεγάλη δισκογραφία δημιούργησε και με την αγγλική Columbia (μεταξύ 1926-1930), αφού μέχρι στιγμής έχουν καταγραφεί γύρω στα 50 τραγούδια. Η δισκογραφία του Αντώνη Νταλγκά συμπληρώνεται ανάμεσα στο 1930-33 με τις εκδόσεις των Ελληνικών - πλέον - εταιρειών Columbia, Odeon, και Parlophone με 20, 20 και 10 αντίστοιχα τραγούδια. Σ' αυτά πρέπει να προστεθούν μερικές ηχογραφήσεις ανάμεσα στο 1930 και 32 για την αμερικανική αγορά δίσκων με την R.C.A. Victor και δέκα ακόμα τραγούδια που ηχογράφησε το 1939-40. Συνολικά η δισκογραφική δουλειά του Αντώνη Νταλγκά ξεπερνά τα 450 τραγούδια εκ των οποίων 60 περίπου είναι δικές του δημιουργίες. Περιλαμβάνονται ακόμη 35 δημοτικά σε εξαίρετες εκτελέσεις. Από τις συνεργασίες του με τους συνθέτες της εποχής έχει τραγουδήσει 30 τραγούδια του Παναγιώτη Τούντα, 15 του Γιάννη Δραγάτση ή Ογδοντάκη, 10 του Κώστα Σκαρβέλη και 70 τραγούδια συναδέλφων του συνθετών, όπως του Δημήτρη Σέμση, του Μενέλαου Μιχαηλίδη, του Παναγιώτη Βαϊνδιρλή, του Γεωργίου Καρρά, του Βασίλη Κουκουδάκη, του Θάνου Ζάχου, του Στάθη Μάστορα, του Σώσου Ιωαννίδη, του Άγγελου Ραφτόπουλου, του Τάκη Μαρίνου, του Ε. Δεληγιάννη, του Δημήτρη Λορέντζου (ή Μπαρούση), του Λάμπρου Λεονταρίτη, του Γ. Παλαμά, του Ιερόθεου Σχίχα, του Ιάκωβου Μοντανάρη, του Μιχάλη Σκουλούδη και του Σαλάβαρη.

Εκτός από τον ίδιο, τα δικά του τραγούδια ερμήνευσαν οι γνωστοί συνεργάτες του τραγουδιστές του Μεσοπολέμου Γρηγόρης Ασίκης, Γιώργος Βιδάλης, Ρόζα Εσκενάζυ, Ζαχαρίας Κασιμάτης και το 1939-40 οι Νίκος Γούναρης, Χρυσούλα Στίνη, Ρίτα Αμπατζή, Στελλάκης Περπινιάδης.

Ο Αντώνης Νταλγκάς, εκτός των τριών περιπτώσεων που καταγράφουμε παρακάτω, τραγούδησε μόνος του στους δίσκους:
1. Δυο σερέτες, του Εμμ. Χρυσαφάκη: Αντ. Νταλγκάς - Ζαχ. Κασίματης.
2. Η Στάσα (Ιερ. Σχίζα), επιθεωρησιακό: Αντ. Νταλγκάς - Σ. Βερώνη - Γ. Καμβύσης.
3. Καλά μου τα'πανε Μαριώ: Ταμβάκη - Διαμαντίδη: Αντ. Νταλγκάς - Απ. Χατζηχρήστος.

Ο Αντώνης Νταλγκάς, αν και έγινε διάσημος ανάμεσα στο 1925 και 1933 τραγουδώντας στη δισκογραφία και το πάλκο Σμυρνέικα και Μικρασιάτκα, μανέδες, ρεμπέτικα και δημοτικά, από το 1933 και μετά κάνει μια περίεργη στροφή, απομακρύνεται από τη δισκογραφία και επιστρέφει από 'κει που ξεκίνησε μικρός, δηλ. τα ελαφρά τραγούδια της Εστουδιαντίνας, όπως προσαρμόστηκαν στις αρχές της δεκαετίας του '30 (καντάδες, ρομάντζες, επιθεωρησιακά κ.λ.π.). Ο κύριος χώρος έκφρασής του εκείνα τα χρόνια γίνεται η αριστοκρατική «ταβέρνα του Γιούλη» στο Κουκάκι. Ίσως οι πολύ μεγάλες αμοιβές να ήταν η αιτία που παρέμεινε εκεί αρκετά χρόνια παίζοντας και τραγουδώντας με τον Φίλανδρο Μάρκου, που αν κι εκείνος ξεκίνησε από τη Σάμο παίζοντας σαντούρι και τραγουδώντας δημοτικά και Μικρασιάτικα, πέρασε οριστικά στο ελαφρό τραγούδι του Μεσοπολέμου. Μια περιγραφή τηςταβέρνας του Γιούλη από το «Έθνος» της 12ης Απριλίου του 1935 ίσως διαφωτίσει την αλλαγή προσανατολισμού του μεγάλου αυτού τραγουδιστή:

«Ας πάμε πρώτα λοιπόν στην περίφημη ταβέρνα του Γιούλη, στο τέρμα Βεΐκου. Για να βρεις το μαγαζί - στην άκρη του κόσμου - χρειάζεσαι πιλότο. Μ' όλα αυτά, μόλις φτάσαμε κοντά, η οδός Ντούσα Μπότσαρη, όπου και η ταβέρνα Γιούλη, το παληό «Κοτέτσι της Μόνικας», είναι αδιάβατος από τα πολλά αυτοκίνητα πολυτελείας από τις λιμουζίνες και τα ταξί που σταθμεύουν απ' έξω. Ταβέρνας γλέντι είναι αυτό ή δεξίωσις πρεσβείας; Μπαίνουμε! Η είσοδος είναι έκθεσις ψαριών! Ό,τι ψάρι υπάρχει σε Ελληνική θάλασσα είναι εκτεθειμένο... όλα όμως είναι άτιμα κατά την καλαμπουρικήν ομολογία του ίδιου του Γιούλη, διότι η τιμή εκάστου ψαριού ανακοινούται στον πελάτη αφού πρώτα φάει. Ο Γιούλης «πετάει» από το ένα τραπέζι στο άλλο. Μεταξύ των πελατών διακρίνονται κάμποσοι υπουργοί με τις κυρίες τους, μια ολόκληρη πρεσβεία, σμόκιν αριστερά, τουαλέτες γκραν δεξιά, από την άλλη μεριά φασαμέν, ημίψηλα και κακό, λαμέ, σπάνε μύτες δε τα αρώματα που φορούν οι διάφορες κυρίες...»

Και συνεχίζει την περιγραφή του για όλο το πρόγραμμα της περίφημης αυτής ταβέρνας που, όπως μας είπε ο Φίλανδρος Μάρκου, φιλοξένησε αρκετά βράδυα ακόμα και το βασιλικό ζεύγος (μετά το '35 φυσικά).

Σε φωτογραφία πάλι από το «Έθνος» της 9 Φεβρουαρίου του 1933 διακρίνονται να παίζουν και να τραγουδούν οι Αντώνης Νταλγκάς, Φίλανδρος Μάρκου (κιθάρες) και ο βιολιστής Διαμαντόπουλος με τον «ντιζέρ» Αριστείδη Τριανταφυλλίδη.

Πέρα από την ταβέρνα του Γιούλη που οπωσδήποτε «αναπροσανατόλισε» την οικονομική ζωή του Αντ. Νταλγκά, συνέχισε να τραγουδά σε γιορτές και πανηγύρια, δημιουργώντας μια σημαντική περιουσία (είχε αγοράσει τέσσερα σπίτια - μονοκατοικίες σε διάφορες περιοχές των Αθηνών) που όμως έχασε στα χρόνια της κατοχής για να ζήσει αυτός, οι φίλοι του και η οικογένειά του.

Ο Αντώνης Νταλγκάς, μετά την κατάληψη της χώρας από τα γερμανικά στρατεύματα, τον Απρίλιο του 1941, θα αποχωρήσει από τη δουλειά - όπως άλλωστε και οι περισσότεροι Μικρασιάτες μουσικοί που ζήσανε την τουρκική σκλαβιά - θα πέσει σε μελαγχολία και δεν θα ξανακουστεί ποτέ πια η μεγάλη αυτή φωνή. Πικραμένος και απογοητευμένος από τη νέα σκλαβιά, πέθανε αρχές του 1945, χωρίς ποτέ να ξαναβρεί τη χαρά που όσο απλόχερα σκόρπισε σε χιλιάδες ανθρώπους από το 1910 που ανέβηκε στο πάλκο.

Το 1946 ο παληός του φίλος και συνεργάτης Φίλανδρος Μάρκου (γεννήθηκε το 1905 στη Σάμο) παντρεύτηκε την κόρη του Άννα. Συνέχισε την καλλιτεχνική του καριέρα με τον Σπύρο Κορώνη, για να δημιουργήσουν το περίφημο ντουέτο «Κορώνης-Φίλανδρος» που έγινε διάσημο τα μεταπολεμικά χρόνια.

Συνεχίζοντας, με τα τρία αυτά CDs την αποκατάσταση και γνωριμία με τις νεώτερες γενιές του μεγάλου αυτού δημιουργού και ερμηνευτή, διατυπώνουμε για μια ακόμη φορά την άποψη ότι ο Αντώνης Νταλγκάς υπήρξε - ίσως - η μεγαλύτερη ανδρική φωνή στον ευρύτερο Ελλαδικό χώρο. Μαζί με τους συναδέλφους του από την Πόλη, τη Σμύρνη και τη Μικρά Ασία γενικώτερα Κώστα Καρίπη, Κώστα Νούρο, Γιώργο Βιδάλη, Γιώργο Κάβουρα, Στράτο Παγιουμτζή, Ευάγγελο Σωφρονίου, Ζαχαρία Κασιμάτη και άλλους, χάραξαν καθοριστικά το ύφος και το ήθος του νεώτερου τραγουδιού των πόλεων, μεταφέροντας και καταγράφοντας στη δισκογραφία μια παράδοση αιώνων. Χωρίς αυτούς και την ευτυχή συγκυρία της ενάρξεως της δισκογραφίας στην Ελλάδα, ελάχιστα πράγματα θα είχαν διασωθεί!

Οι ιδιοφυείς «χειρισμοί» της φωνής του τον έκαναν, μαζί με τον Κώστα Νούρο και τον Ευάγγελο Σωφρονίου, τους σημαντικότερους ερμηνευτές του πολύπλοκου φωνητικού αυτοσχεδιασμού - του μανέ - που η παρέμβαση της καταστροφικής μανίας των λογοκριτών της μεταξικής δικτατορίας οδήγησε στον αφανισμό του, αφού μέχρι σήμερα δεν κατέστη δυνατόν να επανέλθει στη μεταπολεμική μουσική ζωή.

Η επαναφορά στη σύγχρονη εθνική μνήμη του έργου του μεγάλου αυτού μουσικού αποτελεί ελάχιστο φόρο τιμής στη γενιά που δημιούργησε τέτοιους καλλιτέχνες.

Αθήνα, Ιούλιος 1995
Παναγιώτης Κουνάδης
Τελευταία επεξεργασία από mpletsas σε 14 Δεκ 2005 05:26 am, έχει επεξεργασθεί 2 φορές συνολικά.

Απάντηση

Επιστροφή σε “Βιογραφίες”