Το αλανάκι (Ιωαννίδης Ι.)

Από στίχοι
Αναθεώρηση ως προς 20:23, 13 Δεκεμβρίου 2019 από τον Fakk (συζήτηση | συνεισφορές) (Νέα σελίδα: - Έλα και μη σακουλεύεσαι ντε, αυτό είναι το μεράκι, να αναμένει τινά στο ταγκαλάκι του και να μ...)
(διαφορά) ← Παλαιότερη αναθεώρηση | Τελευταία αναθεώρηση (διαφορά) | Νεότερη αναθεώρηση → (διαφορά)
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

- Έλα και μη σακουλεύεσαι ντε,

αυτό είναι το μεράκι, να αναμένει τινά στο ταγκαλάκι του

και να μη σου ξεπροβέρνει

ε, ρε και να ‘μουνα μαγνήτης, μια με το καπό μου κι έφτασε,

κόλλα το, παιγνίδι και αμάδα

- Κυνηγητό ρε βάσανο και πιάσε με αν μπορέσεις

- Ξαπλωτήρα, στριμμένο, μπαγλαμαδάκι και μεράκι

- Άστα ρε κούτελο, όλο σοφία και ψαλτήρι μου είσαι.

Οργασμός ντε, ξέρεις τι θα πάει να πει;

- Θα πει αλάνι και μοντέρνο, κοίτα με στα απότερά μου,

δεν είναι λιγομένα; εχ!!! Ήλεκτρος που ό,τι πιάνει, δεν τ’ αφήνει,

κόλλα το, τώρα, τι ‘σαι ‘σύ και τι ‘μαι γω;

- Τώρα θα σου πω


Μαγνήτης, θέλω κι αλανάκι, τη ζωή μου, να περνώ,

να μη με τρώει το φαρμάκι, με βλαμάκια να γυρνώ,

κοντομαλλούσα, πω, πω, πω, πω, πω,

να μου κλέβει την καρδιά,

να ξενυχτάω, πω, πω, πω, πω, πω,

για τ’ αυτή, κάθε βραδιά.


Αλάνικο, αλάνικο, μικρό και παιχνιδιάρικο,

το νάζι κόφ’ το πια.


- Ρε κάπελα, άνοιξε τις κάνουλες και κέρνα

- Ω, πα, πα

- Βάλε ρε δύναμη στο δοξάρι σου, ρε μάστορα

- Χριστούλη μου, έλα στην Αμέρικα, να γίνεις μετανάστης


Κρυφόμαγκάς, μα και μορτάκι, τις σκοτούρες μου πετώ,

δε νιώθω, μέσα μου μεράκι και αδιάκοπα γλεντώ,

μον’ μια τσαχπίνα, πω, πω, πω, πω, πω,

αν με μπλέξει θα χαθώ,

στην αγκαλιά της, πω, πω, πω, πω, πω,

με φιλιά να ναρκωθώ.


Αλάνικο, αλάνικο, μικρό και παιχνιδιάρικο,

το νάζι κόφ’ το πια.


- Αχ, κάηκα

- Χριστέ μου, τι μαχαιριά ήταν τούτη

- Κατέβα να σε δαγκώσω, κουμπάρα μου

- Γεια σου, κουμπάρα

- Γεια σου και εσένα

- Ε, ... μάνα

- Εεεεϊιιιχ