Οι σαλταδόροι (Θα σαλτάρω) ((Κατσαρός)

Από στίχοι
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Η εκτυπώσιμη έκδοση δεν υποστηρίζεται πλέον και μπορεί να έχει σφάλματα μορφοποίησης. Παρακαλούμε ενημερώστε τους σελιδοδείκτες του περιηγητή σας και παρακαλούμε χρησιμοποιήστε εναλλακτικά την προεπιλεγμένη λειτουργία εκτύπωσης του περιηγητή σας.

Δεν την φοβάμαι τη στενή, το ξύλο, την κουμπούρα,

‘κείνη που φοβήθηκα είν’ η κουμαντατούρα.


Όταν περνούν οι Γερμανοί περνάνε μ’ όλο πόζα,

πηδάω στ’ αυτοκίνητο και τους τα κλέβω όλα.

[Θα σαλτάρω, θα σαλτάρω, βρε κι έτσι θα ξαναρεφάρω.]]


Μπενζίνες και πετρέλαια εμείς τα κυνηγάμε,

γιατί έχουνε πολλά λεφτά και φίνα την περνάμε.

[Θα σαλτάρω, θα σαλτάρω, βρε και την τσίκα θα φουμάρω.]]


Ζηλεύουνε δεν θέλουνε ντυμένο να με δούνε,

μπατίρη θέλουν να με δουν για να φχαριστηθούνε.

[Θα σαλτάρω, θα σαλτάρω, βρε και την τσίκα θα φουμάρω.]]