Η διπρόσωπη (Παγκάλη)
Διπρόσωπη, μου έλεγες, πως μ’ αγαπάς στ’ αλήθεια,
[τα λόγια και οι όρκοι σου, ήτανε παραμύθια.]]
Διπρόσωπη και άστατη, που μοιάζεις σαν τον φάντη,
[αξίζεις όσο το γυαλί κι ας φαίνεσαι διαμάντι.]]
Με είχες και περίμενα, να ‘ρθεις και με γελούσες
[και μ’ ‘αλλονε, διπρόσωπη, τις ώρες σου περνούσες.]]
Τα νιάτα όμως, πρόσεχε, σαν τα πουλιά διαβαίνουν,
[οι ψεύτρες κι οι διπρόσωπες στο ράφι πάντα μένουν.]]