Βαρέθηκα την ξενιτιά

Από στίχοι
Αναθεώρηση ως προς 13:13, 16 Απριλίου 2018 από τον Fakk (συζήτηση | συνεισφορές)
(διαφορά) ← Παλαιότερη αναθεώρηση | Τελευταία αναθεώρηση (διαφορά) | Νεότερη αναθεώρηση → (διαφορά)
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Βαρέθηκα την ξενιτιά, μου' χει μαυρίσει την καρδιά,

στην πατρίδαμ' θα γυρίσω, να γλεντήσω, να μεθύσω.

Βαρέθηκα, μα το σταυρό, πάω στον τόπο μου να βρω,

την αγάπημ' τη γλυκιά μου, την αρραβωνιαστικιά μου.


Να δω τη μάναμ' τη φτωχιά, που' ναι έρημη και μοναχιά,

συλλογιέμαι την καημένη, μην την έβρω πεθαμένη.

Σαν δω, βρε, τη μανούλα μου, και τη γλυκιά αδερφούλα μου

θα πω ότι ανάσανα απ' της ξενιτειάς τα βάσανα.


Ας ξαναδώ, βρε, το χωριό με τ' άσπρο το καμπαναριό,

τα φαράγγια, τα ρουμάνια που' χουν τα δασ(ι)ά πλατάνια.

Θέλω ν' ακούσω την αυγή, προτού ακόμα ο ήλιος βγει,

βέλασμα και ντράγκα-ντρούγκα, απ' τ' αρνιά που παν στη στρούγκα.


Βαρέθηκα την ξενιτιά, πεθύμησα μια ρεματιά,

για ν' ακούσω τα αηδόνια, που' χω τώρα τόσα χρόνια.

Τάζω κερί στην Παναγιά, να δω μονάχα μια μεριά

του χωριού, κι ας δυστυχήσω, φτάνει εκεί να ξεψυχήσω.


-Ωχ! Κακούργα ξενιτιά! (φωνή Ρίτας Αμπατζή)