Re: Βασίλης Τσιτσάνης ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΕΙΣ
Δημοσιεύτηκε: 17 Απρ 2016 12:04 pm
Όταν ο Β.Τσιτσάνης το 1952 έδωσε την πρώτη του συνέντευξη σε εφημερίδα ήταν 37 ετών και είχε φωνογραφήσει περισσότερα από 250 τραγούδια του. Εκείνη την χρονιά θα ηχογραφήσει 20 ακόμα νέα τραγούδια του. Μόνο το 1950 ο Τσιτσάνης ηχογράφησε 46 τραγούδια!!!!
Ο Τσιτσάνης βρίσκονταν στον κολοφώνα της δόξας του αφού όπως είδαμε στο προηγούμενο κείμενο η αξία των τραγουδιών του αναγνωρίστηκε από την ¨άλλη¨ πλευρά. Ήδη είχε γράψει αρκετά από τα ωραιότερα του τραγούδια, στα μαγαζιά που έπαιζε γινόταν το αδιαχώρητο και όλοι θέλανε να τους γράψει τραγούδια. Ο 20χρονος επαρχιώτης σίγουρα δεν φαντάζονταν πως μερικά χρόνια αργότερα τα τραγούδια του θα βρίσκονταν στα χείλη όλων των Ελλήνων όταν το 1935 άφησε για πρώτη φορά τα Τρίκαλα και κατέβηκε στην Αθήνα. 17 χρόνια μετά όλη η Ελλάδα ακούει και μιλάει για τον Τσιτσάνη.
Έτσι στις 5 Μαίου 1952 στην συντηρητική εφημερίδα ¨ΕΘΝΙΚΟΣ ΚΗΡΥΞ¨ ο Βασίλης Τσιτσάνης θα δώσει την πρώτη του συνέντευξη.
Δημοσιογράφος είναι ο Νέστωρ Π. Μάτσας. Όπως σημειώνουν οι συγγραφείς του βιβλίου ο Νέστωρ Μάτσας, αδερφός του πολύ γνωστού ηθοποιού Αρτέμη Μάτσα, δημοσίευσε πολλές κριτικές και άρθρα σε εφημερίδες και περιοδικά. Ήταν σκηνοθέτης και εκπροσώπησε την Ελλάδα σε πολλά διεθνή φεστιβάλ αποσπώντας συνολικά 10 βραβεία.
Οι συγγραφείς του βιβλίου δίνουν ως ημερομηνία γέννησης του Μάτσα το 1935 (αντί του σωστού 1930;) με αποτέλεσμα να τοποθετούν έναν 17χρονο να παίρνει συνέντευξη από τον 37χρονο Τσιτσάνη.
Το σωστό με κάθε επιφύλαξη είναι ότι ο Ν.Μάτσας ήταν 22 ετών όταν έγινε η συνέντευξη.
Ο τίτλος του δημοσιεύματος είναι:
ΕΝΑ ΠΡΟΒΛΗΜΑ ΤΗΣ ΕΠΟΧΗΣ ΜΑΣ
ΤΟ ΛΑΙΚΟ ΤΡΑΓΟΥΔΙ
ΑΙ ΑΠΟΨΕΙΣ ΕΝΟΣ ΕΚΠΡΟΣΩΠΟΥ ΤΟΥ
Σε αυτή την συνέντευξη ο Μάτσας ακολουθεί σχεδόν κατά γράμμα το δημοσίευμα του προηγούμενου έτους της Σοφίας Σπανούδη και κινείται ακριβώς στο ίδιο αθωωτικό και συνάμα απολογητικό ύφος ως προς το λαϊκό τραγούδι. Δεν χαρίζεται όμως όπως και η Σπανούδη στα χασικλίδικα τραγούδια.
Γράφει χαρακτηριστικά¨
...ανάμεσα στα εξαίρετα λαϊκά τραγούδια έχουν εισχωρήσει και μερικά νόθα κατασκευάσματα που απευθύνονται στα πολύ χαμηλά ένστικτα του Κοινού. Αυτά βέβαια καμία σχέση δεν έχουν με την λαϊκή μουσική και δίκαια δεν συζητούνται σοβαρά από κανέναν. Είναι εκείνα που οδηγούν στην απόγνωση και στην απελπισία και συχνά στην νευρασθένεια και στο θάνατο...
Ο Μάτσας ωσάν να κατέχει την ψυχιατρική αποφαίνεται περί των χασικλίδικων τραγουδιών ότι ¨οδηγούν στον θάνατο¨. Ακολουθεί πιστά δηλαδή όλη την δομή των κριτικών που ξεκίνησαν από το 1930.
Ταυτόχρονα ζητάει να τα καταδικάσουν οι λαϊκοί συνθέτες αν και παράλληλα μνημονεύει τον Ελληνικής καταγωγής σκηνοθέτη Ηλία Καζάν, που όπως λέει ο δημοσιογράφος, προσφέρθηκε να γυρίσει ταινία στην Ελλάδα με μουσική υπόκρουση Ρεμπέτικων τραγουδιών!!
Στην συνέχεια συνομιλεί με τον Τσιτσάνη:
ΕΡ:Τι εκφράζει Κ.Τσιτσάνη το λαϊκό τραγούδι, έτσι όπως εχει διαμορφωθεί σήμερα;
ΤΣ:Να σας πω ευχαρίστως.Προσπαθεί να κλείσει στις στροφές του κάτι από την εποχή μας. Και υπάρχουν πολλά τραγούδια, που, όπως παραδέχονται και ξένοι ειδικοί, το κατορθώνουν αυτό.
ΕΡ:Από ποια βάση ξεκινούν οι λαϊκοί αυτοί σκοποί;
ΤΣ:Από το δημοτικό τραγούδι. Είναι και αυτοί πηγαίοι χωρίς επιτήδευση και χωρίς ξενομανίες. Γιατί αυτός ακριβώς είναι ο σκοπός του λαικού τραγουδιού. Να μην πάρουμε τίποτα από την ξένη μουσική, να διαμορφώσουμε σκοπούς ολότελα δικούς μας, που αν ίσως δεν έχουν πολλές αξιώσεις εν τούτοις θα μας εκφράζουν κάπως.
ΕΡ:ΟΙ εχθροί του λαϊκού τραγουδιού κ.Τσιτσάνη λένε ότι όλοι αυτοί οι σκοποί βυθίζουν τον άνθρωπο στην μελαγχολία και την απελπισία. Ποια η άποψις σας γι΄αυτό;
ΤΣ:Μήπως και αρκετά δημοτικά τραγούδια δεν κάνουν το ίδιο; Πολλά από αυτά στα λόγια τους και στους σκοπούς τους κλείνουν βαθύ πόνο και μελαγχολία, αλλά κανείς δεν βρέθηκε να τα κατηγορήσει. Δεν αρνούμαι βέβαια ότι αρκετά από τα λαϊκά μας τραγούδια κλείνουν απελπισία και λύπη, τα περισσότερα όμως φέρνουν γνήσιο κέφι και χαρά. Αν ερθήτε ένα βράδυ στα μπουζούκια θα δείτε πόσος κόσμος κάθε κατηγορίας και τάξεως διασκεδάζει με τη λαϊκή μουσική. Θα δείτε απλούς ανθρώπους του λαού πλάι σε διανοούμενους ν΄ακούν με προσοχή και αληθινή ευχαρίστηση τα ρεμπέτικα. Αν τα λαϊκά τραγούδια δεν είχαν καμιάν απολύτως αξία, πως εξηγήτε τη μεγάλη επιτυχία που έχουν και την απήχηση που βρίσκουν σ΄όλες τις κοινωνικές τάξεις;
ΕΡ:Μία ακόμη ερώτηση κύριε Τσιτσάνη. Ο λαϊκός συνθέτης γράφει τα λόγια του τραγουδιού;
ΤΣ: Τις περισσότερες φορές ναι. Γι΄αυτό σας λέω ότι η λαϊκή μουσική έχει αλήθεια και ειλικρίνεια. Θα έρθουν λίγα λόγια στο στόμα του συνθέτου και αμέσως θα γίνουν τραγούδι. Φυσικά πολλές φορές το τραγούδι αυτό ο δημιουργός του θα το επεξεργαστεί πάλι ώσπου να καταλήξει σε κάποιο αξιόλογο αποτέλεσμα. Εγώ έγραφα την «Συννεφιασμένη Κυριακή», που αργότερα έγινε από γνωστό συνθέτη συμφωνία κι έπειτα χορόδραμα, επί πολλούς μήνες.
Στο κείμενο αναφέρεται ως αποκλειστική πληροφορία το γεγονός ότι το φθινόπωρο του ΄52 θα οργανωθεί ρεσιτάλ λαϊκής μουσικής σε κεντρικότατη αίθουσα των Αθηνών.
Το κείμενο κλείνει ως εξής:
...Το λαϊκό τραγούδι, αυτό είναι αναμφισβήτητο, είναι σήμερα μια πραγματικότητα. Πριν την αρνηθούμε εντελώς, από στείρα προκατάληψη, ή πριν την παραδεχτούμε προκαταβολικά από άλογο ενθουσιασμό, πρέπει να την συζητήσουμε. Να δούμε αυτή τη λαϊκή μουσική που κρύβει τόσο μεράκι και τόσον καημό, σαν ένα δεδομένο. Ίσως από αυτήν αργότερα να ξεπηδήσει κάτι χρήσιμο και ουσιαστικό. Και πλάι στην αξιολογότατη λαϊκή μας Τέχνη, υφαντά, αγγειοπλαστική, ξυλογλυπτική έχουμε και τη λαϊκή μας μουσική. Η ψυχή των ανωνύμων δημιουργών, όπως έλεγε και ο Γκαίτε, είναι μεταλλείο. Σε μας απομένει να ξεχωρίσουμε τα διαμάντια από τα κάρβουνα!
Οι κρίσεις και τα σχόλια δικά σας
ΣΗΜΕΙΩΣΗ
ΣΥΝΝΕΦΙΑΣΜΕΝΗ ΚΥΡΙΑΚΗ
Όπως θα παρατηρήσει κανείς ακριβώς ανάμεσα στους αριθμούς μήτρας και κυκλοφορίας μέσα σε τετράγωνο πλαίσιο υπάρχουν τα αρχικά των δύο (2) συντελεστών του τραγουδιού του ΒΑΣΙΛΗ ΤΣΙΤΣΑΝΗ και του ΑΛΕΚΟΥ ΓΚΟΥΒΕΡΗ. Ο Α.Γκούβερης σύμφωνα με δήλωση δική του συμμετέχει κατά το 20% στους στίχους γράφοντας το ένα κουπλέ. “Ο κάτωθι υπογεγραμμένος Αλέκος Γκούβερης δηλώ ότι συνέβαλα στην αποπεράτωσιν των στίχων της “Συννεφιασμένης Κυριακής” του Βασίλη Τσιτσάνη δια της προσθήκης ενός και μόνο κουπλέ. Δια την ως άνω δευτερεύουσαν βοηθητική προσφορά μου θέλω λάβω το 20% των επί των στίχων δικαιωμάτων του. Εν Αθήνας τη 17/9/1947, ο δηλών Αλέκος Γκούβερης”. Δεν είναι γνωστό ποιο από τα τρία είναι του Αλ.Γκούβερη.
Εδώ μπορείτε να δείτε το χειρόγραφο σημείωμα του Αλ.Γκούβερη
http://www.mouseiotsitsani.gr/%CF%87%CE ... %B5%CF%82/
Ο Τσιτσάνης βρίσκονταν στον κολοφώνα της δόξας του αφού όπως είδαμε στο προηγούμενο κείμενο η αξία των τραγουδιών του αναγνωρίστηκε από την ¨άλλη¨ πλευρά. Ήδη είχε γράψει αρκετά από τα ωραιότερα του τραγούδια, στα μαγαζιά που έπαιζε γινόταν το αδιαχώρητο και όλοι θέλανε να τους γράψει τραγούδια. Ο 20χρονος επαρχιώτης σίγουρα δεν φαντάζονταν πως μερικά χρόνια αργότερα τα τραγούδια του θα βρίσκονταν στα χείλη όλων των Ελλήνων όταν το 1935 άφησε για πρώτη φορά τα Τρίκαλα και κατέβηκε στην Αθήνα. 17 χρόνια μετά όλη η Ελλάδα ακούει και μιλάει για τον Τσιτσάνη.
Έτσι στις 5 Μαίου 1952 στην συντηρητική εφημερίδα ¨ΕΘΝΙΚΟΣ ΚΗΡΥΞ¨ ο Βασίλης Τσιτσάνης θα δώσει την πρώτη του συνέντευξη.
Δημοσιογράφος είναι ο Νέστωρ Π. Μάτσας. Όπως σημειώνουν οι συγγραφείς του βιβλίου ο Νέστωρ Μάτσας, αδερφός του πολύ γνωστού ηθοποιού Αρτέμη Μάτσα, δημοσίευσε πολλές κριτικές και άρθρα σε εφημερίδες και περιοδικά. Ήταν σκηνοθέτης και εκπροσώπησε την Ελλάδα σε πολλά διεθνή φεστιβάλ αποσπώντας συνολικά 10 βραβεία.
Οι συγγραφείς του βιβλίου δίνουν ως ημερομηνία γέννησης του Μάτσα το 1935 (αντί του σωστού 1930;) με αποτέλεσμα να τοποθετούν έναν 17χρονο να παίρνει συνέντευξη από τον 37χρονο Τσιτσάνη.
Το σωστό με κάθε επιφύλαξη είναι ότι ο Ν.Μάτσας ήταν 22 ετών όταν έγινε η συνέντευξη.
Ο τίτλος του δημοσιεύματος είναι:
ΕΝΑ ΠΡΟΒΛΗΜΑ ΤΗΣ ΕΠΟΧΗΣ ΜΑΣ
ΤΟ ΛΑΙΚΟ ΤΡΑΓΟΥΔΙ
ΑΙ ΑΠΟΨΕΙΣ ΕΝΟΣ ΕΚΠΡΟΣΩΠΟΥ ΤΟΥ
Σε αυτή την συνέντευξη ο Μάτσας ακολουθεί σχεδόν κατά γράμμα το δημοσίευμα του προηγούμενου έτους της Σοφίας Σπανούδη και κινείται ακριβώς στο ίδιο αθωωτικό και συνάμα απολογητικό ύφος ως προς το λαϊκό τραγούδι. Δεν χαρίζεται όμως όπως και η Σπανούδη στα χασικλίδικα τραγούδια.
Γράφει χαρακτηριστικά¨
...ανάμεσα στα εξαίρετα λαϊκά τραγούδια έχουν εισχωρήσει και μερικά νόθα κατασκευάσματα που απευθύνονται στα πολύ χαμηλά ένστικτα του Κοινού. Αυτά βέβαια καμία σχέση δεν έχουν με την λαϊκή μουσική και δίκαια δεν συζητούνται σοβαρά από κανέναν. Είναι εκείνα που οδηγούν στην απόγνωση και στην απελπισία και συχνά στην νευρασθένεια και στο θάνατο...
Ο Μάτσας ωσάν να κατέχει την ψυχιατρική αποφαίνεται περί των χασικλίδικων τραγουδιών ότι ¨οδηγούν στον θάνατο¨. Ακολουθεί πιστά δηλαδή όλη την δομή των κριτικών που ξεκίνησαν από το 1930.
Ταυτόχρονα ζητάει να τα καταδικάσουν οι λαϊκοί συνθέτες αν και παράλληλα μνημονεύει τον Ελληνικής καταγωγής σκηνοθέτη Ηλία Καζάν, που όπως λέει ο δημοσιογράφος, προσφέρθηκε να γυρίσει ταινία στην Ελλάδα με μουσική υπόκρουση Ρεμπέτικων τραγουδιών!!
Στην συνέχεια συνομιλεί με τον Τσιτσάνη:
ΕΡ:Τι εκφράζει Κ.Τσιτσάνη το λαϊκό τραγούδι, έτσι όπως εχει διαμορφωθεί σήμερα;
ΤΣ:Να σας πω ευχαρίστως.Προσπαθεί να κλείσει στις στροφές του κάτι από την εποχή μας. Και υπάρχουν πολλά τραγούδια, που, όπως παραδέχονται και ξένοι ειδικοί, το κατορθώνουν αυτό.
ΕΡ:Από ποια βάση ξεκινούν οι λαϊκοί αυτοί σκοποί;
ΤΣ:Από το δημοτικό τραγούδι. Είναι και αυτοί πηγαίοι χωρίς επιτήδευση και χωρίς ξενομανίες. Γιατί αυτός ακριβώς είναι ο σκοπός του λαικού τραγουδιού. Να μην πάρουμε τίποτα από την ξένη μουσική, να διαμορφώσουμε σκοπούς ολότελα δικούς μας, που αν ίσως δεν έχουν πολλές αξιώσεις εν τούτοις θα μας εκφράζουν κάπως.
ΕΡ:ΟΙ εχθροί του λαϊκού τραγουδιού κ.Τσιτσάνη λένε ότι όλοι αυτοί οι σκοποί βυθίζουν τον άνθρωπο στην μελαγχολία και την απελπισία. Ποια η άποψις σας γι΄αυτό;
ΤΣ:Μήπως και αρκετά δημοτικά τραγούδια δεν κάνουν το ίδιο; Πολλά από αυτά στα λόγια τους και στους σκοπούς τους κλείνουν βαθύ πόνο και μελαγχολία, αλλά κανείς δεν βρέθηκε να τα κατηγορήσει. Δεν αρνούμαι βέβαια ότι αρκετά από τα λαϊκά μας τραγούδια κλείνουν απελπισία και λύπη, τα περισσότερα όμως φέρνουν γνήσιο κέφι και χαρά. Αν ερθήτε ένα βράδυ στα μπουζούκια θα δείτε πόσος κόσμος κάθε κατηγορίας και τάξεως διασκεδάζει με τη λαϊκή μουσική. Θα δείτε απλούς ανθρώπους του λαού πλάι σε διανοούμενους ν΄ακούν με προσοχή και αληθινή ευχαρίστηση τα ρεμπέτικα. Αν τα λαϊκά τραγούδια δεν είχαν καμιάν απολύτως αξία, πως εξηγήτε τη μεγάλη επιτυχία που έχουν και την απήχηση που βρίσκουν σ΄όλες τις κοινωνικές τάξεις;
ΕΡ:Μία ακόμη ερώτηση κύριε Τσιτσάνη. Ο λαϊκός συνθέτης γράφει τα λόγια του τραγουδιού;
ΤΣ: Τις περισσότερες φορές ναι. Γι΄αυτό σας λέω ότι η λαϊκή μουσική έχει αλήθεια και ειλικρίνεια. Θα έρθουν λίγα λόγια στο στόμα του συνθέτου και αμέσως θα γίνουν τραγούδι. Φυσικά πολλές φορές το τραγούδι αυτό ο δημιουργός του θα το επεξεργαστεί πάλι ώσπου να καταλήξει σε κάποιο αξιόλογο αποτέλεσμα. Εγώ έγραφα την «Συννεφιασμένη Κυριακή», που αργότερα έγινε από γνωστό συνθέτη συμφωνία κι έπειτα χορόδραμα, επί πολλούς μήνες.
Στο κείμενο αναφέρεται ως αποκλειστική πληροφορία το γεγονός ότι το φθινόπωρο του ΄52 θα οργανωθεί ρεσιτάλ λαϊκής μουσικής σε κεντρικότατη αίθουσα των Αθηνών.
Το κείμενο κλείνει ως εξής:
...Το λαϊκό τραγούδι, αυτό είναι αναμφισβήτητο, είναι σήμερα μια πραγματικότητα. Πριν την αρνηθούμε εντελώς, από στείρα προκατάληψη, ή πριν την παραδεχτούμε προκαταβολικά από άλογο ενθουσιασμό, πρέπει να την συζητήσουμε. Να δούμε αυτή τη λαϊκή μουσική που κρύβει τόσο μεράκι και τόσον καημό, σαν ένα δεδομένο. Ίσως από αυτήν αργότερα να ξεπηδήσει κάτι χρήσιμο και ουσιαστικό. Και πλάι στην αξιολογότατη λαϊκή μας Τέχνη, υφαντά, αγγειοπλαστική, ξυλογλυπτική έχουμε και τη λαϊκή μας μουσική. Η ψυχή των ανωνύμων δημιουργών, όπως έλεγε και ο Γκαίτε, είναι μεταλλείο. Σε μας απομένει να ξεχωρίσουμε τα διαμάντια από τα κάρβουνα!
Οι κρίσεις και τα σχόλια δικά σας
ΣΗΜΕΙΩΣΗ
ΣΥΝΝΕΦΙΑΣΜΕΝΗ ΚΥΡΙΑΚΗ
Όπως θα παρατηρήσει κανείς ακριβώς ανάμεσα στους αριθμούς μήτρας και κυκλοφορίας μέσα σε τετράγωνο πλαίσιο υπάρχουν τα αρχικά των δύο (2) συντελεστών του τραγουδιού του ΒΑΣΙΛΗ ΤΣΙΤΣΑΝΗ και του ΑΛΕΚΟΥ ΓΚΟΥΒΕΡΗ. Ο Α.Γκούβερης σύμφωνα με δήλωση δική του συμμετέχει κατά το 20% στους στίχους γράφοντας το ένα κουπλέ. “Ο κάτωθι υπογεγραμμένος Αλέκος Γκούβερης δηλώ ότι συνέβαλα στην αποπεράτωσιν των στίχων της “Συννεφιασμένης Κυριακής” του Βασίλη Τσιτσάνη δια της προσθήκης ενός και μόνο κουπλέ. Δια την ως άνω δευτερεύουσαν βοηθητική προσφορά μου θέλω λάβω το 20% των επί των στίχων δικαιωμάτων του. Εν Αθήνας τη 17/9/1947, ο δηλών Αλέκος Γκούβερης”. Δεν είναι γνωστό ποιο από τα τρία είναι του Αλ.Γκούβερη.
Εδώ μπορείτε να δείτε το χειρόγραφο σημείωμα του Αλ.Γκούβερη
http://www.mouseiotsitsani.gr/%CF%87%CE ... %B5%CF%82/