Ρεμπέτικες Ιστορίες

"Κονσούλτο"
Απάντηση
Μήνυμα
Συγγραφέας
Άβαταρ μέλους
Adonis
συντονιστής<br>(03/2008 ως τώρα)
Δημοσιεύσεις: 232
Εγγραφή: 13 Οκτ 2005 12:10 am

#22 Δημοσίευση από Adonis »

«Οι εταιρείες είναι επιχειρήσεις, το ξέρω. Αλλά υπάρχει και μια διαφορά στις επιχειρήσεις και στο να κάνουμε καλλιτεχνία και να συνεχίσουμε την ιστορία της λαϊκής μουσικής. Κάτι άλλο πρέπει να γίνει, που το’ χουμε όλοι ανάγκη: Πρέπει να γίνει Σχολή Λαϊκής Μουσικής. Ναι, Σχολή Λαϊκής Μουσικής. Για να βγούνε σωστοί, με γνώσεις για δουλειά όλοι οι νέοι που θ’ αντικαταστήσουνε όλους εμάς τους παλιούς, να μπει στη μέση το Κράτος και οι εταιρείες, αυτοί που μπορούνε να προφυλάξουνε το Λαϊκό Τραγούδι. Κανείς άλλος. Και εκεί να μαθαίνουμε τα Λαϊκά Όργανα και την τέχνη τους. Τα μυστικά τους. Και όποιος νέος βγαίνει στη δουλειά να έχει ικανότητες, ή συνθέτης είναι ή τραγουδιστής ή στιχουργός. Αλλιώς να κάθεται στο σπίτι του ή να κάνει όποια άλλη δουλειά θέλει, εκεί δηλαδή, που αξίζει. Όχι πήρανε ένα μπουζούκι ή ένα άλλο όργανο μάθανε τις νότες κι αμέσως παριστάνουνε τους συνθέτες και τους μεγάλους μουσικούς. Αυτά είναι αίσχη! Κακό δρόμο έχει πάρει τούτο το τραγούδι και κανείς δεν το βλέπει. Ή το βλέπουνε και κάνουνε την κορόιδα. Γιατί δεν είμαστε υποχρεωμένοι ν’ ακούμε τις αηδίες που μας σερβίρουνε οι εταιρείες και τα τσιράκια τους. Μέχρι πότε; Κάποιος πρέπει να βάλει μια τάξη. Εδώ φτάσανε στο σημείο τραγουδιστές που τους πήραμε από το χέρι και τους βοηθήσαμε και τους αναδείξαμε, να μη μας τραγουδάνε τραγούδια. Και ξέρετε γιατί; Γιατί θέλουνε να παίρνουνε πιο πολλά ποσοστά από μας που τα γράψαμε τα τραγούδια! Θέλουνε, δηλαδή, να παίρνουνε και τα δικά μας ποσοστά, γιατί, βλέπεις, είναι εμπορικοί και πουλάνε δίσκους, μια και ό,τι πούνε είναι σουξέ.

Όταν ήμουνα στην Αμερική, τη δεύτερη φορά, πέθανε η μάνα μου, όπως είπα, και επειδή έλειπα δεν πρόλαβα να έρθω στην κηδεία της. Έγραψα όμως ένα τραγούδι εκεί στη ξενιτιά για τη μανούλα μου και αφού έγραψα και τη μουσική το έστειλα εδώ στην Ελλάδα, σ’ ένα τραγουδιστή-φίρμα και τον παρακάλεσα να το τραγουδήσει. Άκου, λοιπόν, τη συνέχεια, για να καταλάβετε όλοι σας ότι ο Παπαϊωάννου δεν λέει τρίχες: Όχι μόνο δεν το τραγούδησε, αλλά έγραψε ένα άλλο τραγούδι ο ίδιος για τη μάνα, που το έκανε δίσκο και μάλιστα έγινε και μεγάλη επιτυχία! Και μετά μου λένε γιατί βρίζω και στεναχωριέμαι. Και να φανταστείτε ότι αυτόνε τον τραγουδιστή εγώ τον έκανα άνθρωπο. Επειδή δεν τον θέλανε στην εταιρεία, τσακώθηκα μαζί τους και τον επέβαλα. Τα πρώτα έξι τραγούδια της καριέρας του, που έγινε τραγουδιστής και φίρμα είναι δικά μου. Και αυτός δεν καταδέχτηκε να τραγουδήσει το τραγούδι που έγραψα για τη μάνα μου και τόστειλα από την Αμερική. Για να μην τυχόν και χάσει μερικές ψωροχιλιάδες ποσοστά. Τον είδα μετά, αλλά δεν του έκανα κουβέντα. Ποτέ δεν καταδέχτηκα να του πω μια λέξη.»

Άβαταρ μέλους
jpez
More than 150 posts user.
Δημοσιεύσεις: 186
Εγγραφή: 15 Ιαν 2005 08:55 pm

#23 Δημοσίευση από jpez »

Γεια σας παιδια,

Αυτα ολα που γραφει ο Αντονις δεν θα επρεπε να μπουν στο WIKI στις βιογραφιες?

mpletsas
More than 150 posts user.
Δημοσιεύσεις: 522
Εγγραφή: 06 Σεπ 2004 07:28 pm

#24 Δημοσίευση από mpletsas »

Τα ίδια τα κείμενα δεν μπορούν να μπουν στο γουΐκι γιατί δεν είναι δικά μας.

Τις πληροφορίες πάντως από αυτά τα ενδιαφέροντα κείμενα καλό θα ήταν να τις ενσωματώσουμε. Χρειάζεται όμως προσοχή να μην ξεφύγουμε και κάνουμε πρωτογενή έρευνα (που δε μπορεί να γίνεται μέσω γουΐκι). Για παράδειγμα:

- Οι πηγές αυτές συχνά έρχονται σε αντίθεση μεταξύ τους (πχ όπως διαβάσαμε παραπάνω, ο Ροβερτάκης και ο Ρούκουνας υποστηρίζουν ακριβώς αντίθετα πράγματα σχετικά με κάποια τραγούδια). Κάποιος που φιλοδοξεί να κάνει έρευνα μπορεί στα πλαίσια αυτής να δώσει το δίκιο στον έναν από τους δύο ζυγίζοντας τα στοιχεία. Εμείς όμως το μόνο που μπορούμε να κάνουμε στο γουΐκι είναι να γράψουμε (χωρίς να πάρουμε θέση):

«Ο Ροβερτάκης ισχυρίσθηκε τότε το τάδε πράγμα [1]. Ο Ρούκουνας όμως, σε κάποια συνέντευξη, κόπτεται για το αντίθετο [2].»

όπου τα [1] και [2] είναι παραπομπές στις αντίστοιχες πηγές (τα βιβλία δηλαδή στα οποία ο Αντώνης βρήκε τα παραπάνω αποσπάσματα).

Άβαταρ μέλους
Adonis
συντονιστής<br>(03/2008 ως τώρα)
Δημοσιεύσεις: 232
Εγγραφή: 13 Οκτ 2005 12:10 am

#25 Δημοσίευση από Adonis »

ΓΙΩΡΓΗΣ ΜΟΥΦΛΟΥΖΕΛΗΣ. «ΟΤΑΝ Η ΛΗΓΟΥΣΑ ΕΙΝΑΙ ΜΑΚΡΑ»
Την βιογραφία του Μουφλουζέλη κατέγραψε ο Φώτης Μεσθεναίος και τυπώθηκε το 1979 από τις Εκδόσεις «ΔΩΔΩΝΗ», απ’ όπου μεταφέρω τα εξής:
«Τον πρώτο μου στίχο τον είχα γράψει προπολεμικώς, όταν βγήκα από τη Χωροφυλακή.
«Να κι ο μπάτσος που φερμάρει, στη γωνία, στο φανάρι…»
Άμα το γραψα κόντεψα να τρελαθώ απ’ τη χαρά μου. Δεν ήτανε σπουδαίο πράγμα αλλά λέω: για να γράψεις αυτό, θα γράψεις κι άλλα πράγματα. Εν πάση περιπτώσει, εκείνο τον καιρό που, ήρθα εδώ, το 58, το ρεμπέτικο τραγούδι είχε μεγάλη κάμψη. Από το 1946 το ρεμπέτικο έπεσε. Το πνίξανε τα ινδιάνικα και τ’ αρχοντορεμπέτικα, αυτά του Μανώλη Τραμπαρίφα και κάτι ξέρω γω τι που γράφανε οι επιτήδειοι. Ήτανε και τα χρόνια ανάποδα: Κατοχή πρώτα, εμφύλιος ύστερα και τα λοιπά. Τα πάνω-κάτω. Δεν ήξερες που στεκόσουνα, να πούμε. Ο κόσμος κουνιότανε, ερχότανε όλοι στην Αθήνα γενικώς και βγαίνανε κάτι μόδες καινούριες σε όλα. Δεν την έβγαζες πια με τα ψέματα. Έπρεπε να τη βολέψεις, να πας εκεί που είναι το χρήμα και ο συρμός. Οι ρεμπέτες, δύσκολο ν’ αλλάξουμε, οι παλαιοί. Δε νογάγαμε και πολλά.(Τα λέω τώρα, εγώ, εκ τω νυστέρων…). Εν πάση περιπτώσει κάτι νεώτεροι το ανθιστήκανε και πέσανε και πολλοί επιτήδειοι απ’ όξω. Είχε αρχίσει και πολύ απαγορεύεται και πολλή λογοκρισία. Αυτοί που διαβάζουνε από μέσα. Και οι εταιρείες κοιτάζουνε το κέρδος τους, βέβαια, οι άνθρωποι. Αυτή είναι η δουλειά τους. Και φταίνε και οι ρεμπέτες. Το ρίξανε στο κλαψιάρικο. Μια γρίνια, ρε παιδί μου, ένα αλλόκοτο πράμα. Και τα λόγια τους τα ίδια, τα ίδια. Πάρε για παράδειγμα «το Χάρο τον αντάμωσαν». Ξέρεις τι είναι ο χάρος τον αντάμωσαν; Είναι η «Πασαλιμανιώτισσα» η παλιά: Βρε Πασαλιμανιώτισσα γλυκιά μου ζωντοχήρα. Βγάλανε τα λόγια και βάλανε χάρο. (Καλά αυτό-εγινόταν και γίνεται). Αλλά ύστερα, είδανε ότι πήρε φόρα ο Χάρος, αρχίσανε με το Χάρο, με το Χάρο. Παραχαραδιάσανε όλοι.

Κατεβαίνω, μια μέρα, κάτω σ’ ένα υπόγειο, εκεί στην Ομόνοια γύρω. Σατωβριάνδου. Ήτανε ένα υπόγειο, ένα μαγαζάκι και ήτανε μπροστά τρία μπουζουκάκια, τρεις νεαροί οι οποίοι «χιωτίζανε». (Θα πεί: είχανε δάχτυλα με περισσότερη γρηγοράδα και μπορούσανε και παίζανε τα τραγούδια του Χιώτη, που έπρεπε να είσαι δεξιοτέχνης). Και πίσω από τα παιδιά αυτά ήτανε ο Μάρκος. Ο διάσημος ο Μάρκος! Αυτό το όνομα, αυτός ο λάτρης όλων των ρεμπέτηδων! Τον είχανε από πίσω και βαστούσε το μπουζούκι και κουνούσε τα χέρια του…Κατέβηκε από το πάλκο.
«Τι χαμπάρια Γιώργη; Πώς πάει η Μυτιλήνη;»
Του λέω: «Ρε Μάρκο, τι κάνεις εδώ;»
«Τι να κάαανω; (Έτσι όπως μιλούσε και βαριά).
«Τι θα πεί: τι να κάνεις; Εσύ είσαι μουσικός μεγάλος. Εγώ-λέω-δεν είμαι τίποτα. Ούτε με ξέρει κανείς, αν παίζω μπουζούκι ή αν δεν παίζω. Και παγαίνω σ’ ένα ταβερνάκι, εκεί στη γειτονιά, και κάθομαι παραπέρα και παίζω πέντε πενιές κι έρχεται ο ένας και με δίνει ένα τάλιρο, έρχεται ο άλλος με δίνει ένα τάλιρο κι έχω την αξιοπρέπειά μου και παίζω και πέντε πράματα. Κι αν πάρω δυο τάλιρα, ή μισό, ή ένα, ξέρω ότι το παίρνει η αξία μου, εγώ δηλαδή. Περιμένεις εδώ, να παίξουνε τα πιτσιρίκια, που στο μπουζούκι δεν είναι παιδιά σου, ούτε εγγόνια σου. Για πάρε-λέω- το μπουζούκι και τράβα κατά τη γειτονιά σου που σε ξέρουνε κα ι οι πέτρες. Πήγαινε σ’ ένα κουτουκάκι, κάτσε, βάλε μπροστά σου ένα μισόκιλο κρασί, βάλε το πόδι σου το ένα πα’ στ’ άλλο, ρίξε πέντε πενιές. Θα βρεθεί ένας να πει: «Για δε, ρε Μάρκο, πιάστα αυτά και ρίξε μας ένα ταξίμι…»
«Να δω» λέει.
Κι έμεινε.»

Βάγγος
More than 50 posts user
Δημοσιεύσεις: 64
Εγγραφή: 04 Αύγ 2005 01:49 pm

#26 Δημοσίευση από Βάγγος »

Κάπως έτσι όπως τα λέει ο μπαρμπα-Γιώργος είναι τα πράγματα όπως τα είδαμε και στήν ταινία ....http://video.google.com/videoplay?docid ... 3301108702 εκει γυρω στο 53'και 20''

Άβαταρ μέλους
Adonis
συντονιστής<br>(03/2008 ως τώρα)
Δημοσιεύσεις: 232
Εγγραφή: 13 Οκτ 2005 12:10 am

#27 Δημοσίευση από Adonis »

και συνεχίζει ο Μουφλουζέλης...

«Πολλές φορές παίρνω μουσικές από βαθιές, παλιές ρίζες και τις μετατρέπω ανάλογα με τα λόγια. Το κάνω και με τα λόγια αυτό. Τις μουσικές αυτό. Τις μουσικές τις γράφανε-ποιοι να σου πώ;-παλιοί βιολιτζήδες, άγνωστοι άνθρωποι, παλιοί μουσικάντες, κάτι Τούντες, κάτι-ξέρω γω τι. Αυτοί είχανε μέσα την τούρκικη, την αράβικη μουσική και των πατριωτών μας της Ανατολής. Αυτό που κάνω εγώ γίνεται παλιόθεν. Το έκανε ο λαός. Αυτά τα έβγαλε ο λαός και ό,τι έβγαλε ο λαός στέκονται. Γιατί ένας χαβάς, ένα τραγούδι θέλει καιρό για να στρώσει. Πρέπει να περάσει από πολλά στόματα, από πολλά πανηγύρια, από πολλά μεράκια. Κι έρχεται και στρογγυλεύει σαν το βότσαλο στην ακρογιαλιά. Ένα ωραίο πράμα, ένα τεφαρίκι. Μπορώ να σου πω ότι και μια γριούλα, που τηγανίζει ψάρια στην αυλή της, και της ήρθε να τραγουδήσει ένα τραγουδάκι μπορεί κι αυτή ν’ αλλάξει δυο λέξεις και να ακούγεται καλύτερα. Άκου να δεις-αν το πιστεύεις αυτό; Μου είπε μια φορά ένας κύριος-πολύ μορφωμένος κύριος, διαβασμένος κάργα-ότι και ο Όμηρος την ίδια δουλειά έκανε!(Ανατολίτης κι αυτός. Τι έχει βγάλει, ρε παιδί, αυτή η Ανατολή!)
Εγώ δεν ντρέπομαι να λέω την αλήθεια, ότι επήρα από δω κι ότι αυτό το πήρα από εκεί.. γιατί γράφω και τα δικά μου, του Γιώργη του Μουφλουζέλη. Δικά του έγραψε κι ο Μπαγιαντέρας, τραγούδια πάρα πολύ ωραία. Ο Μπαγιαντέρας-δεν ξέρω τι γράμματα ξέρει ο άνθρωπος-ξέρω να πω ότι έγραψε πάρα πολύ ωραία τραγούδια με στίχο δυνατό:
Παρηγοριά ζητούσα κάθε βράδυ
Ήμουνα μοναχός μέσ’ στο σκοτάδι
Ένα ωραίο τραγούδι. Το άλλο: Ξεκινά μια ψαροπούλα. Το άλλο που λέγει: Καπνουλού μου έμορφη. Έγραψε το Χατζηκυριάκειο, έγραψε ωραία σουξεδάκια. Και ο Παπαϊωάννου. Δικά του, ωραία τραγούδια: Η Βαγγελίτσα, η Φαληριώτισσα. Αντιθέτως τώρα, κάτι άλλοι, που έχουνε και μεγαλύτερα ονόματα, έχουνε αρπάξει πολύ πράμα. Δεν κατηγορούμε κανένα. Τη δουλειά του έκανε ο καθένας, κατά τη δύναμή του και το μυαλό του. Αλλά να το λες ρε κύριε! Πρέπει να είσαι λεβέντης για να λέγεσαι ρεμπέτης.
Αυτά τα παλιά, που λέγανε στους τεκέδες, μια λέξη ο ένας, μια λέξη ο άλλος κι έβγαινε το τραγούδι απά στη σούρα, τα πιάσανε αυτοί οι συνθέτες οι μεγάλοι, βάλανε τα όνοματά τους και τα βγάλανε δίσκο ο άλφας και ο βήτας.
Αυτά, που έφτιαξε παλαιόθεν ο λαός και τα βρήκαμε τελειωμένα και αδέσποτα-ελεύθερα, ωραία πράματα για όλους-πέσαμε απάνω κι όποιος προλάβει και τα δηλώσει στ’ όνομά του. Σαν τσ’ οικοπεδοφάγοι. Το ρεμπέτικο το περιφράξανε με τις υπογραφές. Κι αν μαράζωσε το γνήσιο ρεμπέτικο, μαράζωσε κι απ’ αυτές τις υπογραφές. Γιατί η υπογραφή σήμερα εξαργυρώνεται στις εταιρείες. Είναι επιταγή. Που να ζυγώσεις εσύ να πιάσεις το παλιό; Να τ’ αλλάξεις, να το φέρεις στον καιρό σου; βάζει ο άλλος τις φωνές: Βγάλε κύριε, το χέρι σου απ’ την τσέπη μου…Μέρικοί από δαύτους, αδερφέ μου, δεν είναι συνθέτες, είναι μόλυνση του περιβάλλοντος.
Αν πούμε και για μερικούς τραγουδιστές; Αυτούς τους βγάζουνε σήμερα οι εταιρείες με τις κλάσεις, όπως στο στρατό. Σου βάζει ένα ρολόι χρυσό εδώ πέρα και παίρνει το μικρόφωνο και κακαρίζει και παίζουν τα μπουζούκια δίπλα κι αυτός δεν ξέρει τι θα πει μπουζούκι, τι θα πει ταξίμι δεν ξέρει. Τον βάλανε κι είπε ένα τραγούδι, επειδή είχε μια σχετική φωνούλα, το μικρόφωνο την μεγάλη, από μέσα, από την κονσόλα, οι τεχνικοί τον κάνανε πιο πρίμο, πιο μπάσο, τον πιάσανε. Ε, αυτόν αν τον ακούσεις παραπέρα, δε μετρά.
Τεχνικοί; Έχει κάτι καλά μαστόρια. Έχει και κάτι άλλοι, που μόνο τον έξυπνο ξέρουν να κάνουν. Ξέρεις τι τραγούδια έχουν χαλάσει; Τραγούδια που αλλιώς τα σκεφτόμουνα, αλλιώς τα ακούω. Και τσαντίζομαι. Πολύ τσαντίζομαι. Έβαζα μέσα όργανα και τα βγάζανε. Σ’ ένα τραγούδι, στο τέλος του στίχου, άφησα νότες επίτηδες κι έβαλα ένα κομπολογάκι κι ένα ποτηράκι να κάνουν ντριν-ντριν-ντριν και το βγάλανε κι ακούς μονάχα ένα νταγκ- νταγκ- νταγκ από ξερά όργανα κι είναι σα να χτυπάει μια γκαζόκασα. Τα’ ακούω και γίνομαι μπαρούτι. Αυτοί δεν ξέρανε απ’ αυτά τα πράματα. Ενώ εγώ που το ’βαλα, κάπου το ’χω ακούσει: σ’ ένα ντεκέ. Κάποιος έπαιζε το μπαγλαμά κι ένας άλλος χτυπούσε το κομπολόι στο ποτηράκι του: συνοδεία. Δεν είχανε κιθάρα. Ακομπανιάριζε ο άλλος στη σούρα του. Δεν το ‘χουνε ζήσει αυτά αυτοί οι άνθρωποι. Αυτοί εζήσανε στα γραφεία της Πλατείας Συντάγματος. Θα βγάλανε και κανένα γυμνάσιο. Τέλος πάντων.»

Άβαταρ μέλους
Adonis
συντονιστής<br>(03/2008 ως τώρα)
Δημοσιεύσεις: 232
Εγγραφή: 13 Οκτ 2005 12:10 am

#28 Δημοσίευση από Adonis »

Ο Βασίλης Τσιτσάνης αφηγείται στον Κώστα Χατζηδουλή πώς γνωρίστηκε με τον Δελιά:

«Στην ταβέρνα που σου είπα πώς πηγαίναμε οι φοιτητές και τρώγαμε, στον «Πλάτανο», στο σταθμό Λαρίσης, εκεί πρωτογνώρισα τον Ανέστο, το 1937. δε μιλήσαμε βέβαια, αλλά ένας του μαγαζιού, που τον γνώριζε μου το είπε. Βλέπεις αυτός είχε κάνει δίσκους και ήταν γνωστός στον κόσμο. Είχε έρθει με το Μάρκο και τον Μπάτη και έπαιξαν για λίγο σε μια παρέα πλουσίων. Το Μάρκο τον γνώριζα και τον Μπάτη, αλλά όχι το Δελιά. Τον έβλεπα για πρώτη φορά.
Αργότερα, το 38΄, που ήμουνα φαντάρος στη Σαλονίκη, πήγα ένα βράδυ, στο μαγαζί του Κέρκυρα, που βρισκόταν στην οδό Ειρήνης. Εκεί είχε έρθει και δούλευε ο Δελιάς, δε θυμάμαι με ποιους άλλους. Πήγα και του μίλησα. Με είχε ακουστά τότε από τους δίσκους, αλλά δεν είχαμε έρθει ποτέ σε επαφή. Μιλήσαμε για λίγο, πολύ λίγο. «Τι κάνεις, Βασίλη, με ρώτησε, φανταράκι, είσαι; Του είπα που υπηρετώ και συνεχίσαμε την κουβέντα με τα τυπικά. Πώς πάνε οι δίσκοι, τι γίνεται στη δουλειά μας, πώς περνάω φαντάρος κλπ. Μου ευχήθηκε καλός πολίτης και εγώ καλή επιτυχία και έφυγα.
Θυμάμαι και μια άλλη σκηνή που έγινε μετά και που ήμουνα μπροστά και δεν την ξεχνάω. Θα την αφηγηθώ, όπως ακριβώς έγινε: Μια από τις πολλές φορές που βρέθηκα με άδεια στην Αθήνα για να κάνω δίσκο, πήγα στα γραφεία της «ΚΟΛΟΥΜΠΙΑ». Ήμουνα με το Στράτο και κουβεντιάζαμε με το Μισαηλίδη., που είπα ότι ήταν υπεύθυνος παραγωγής. Σε κάποια στιγμή λέει ο Μισαηλίδης του Στράτου: «Θέλω πάση θυσία να μου τον φέρεις τον Ανέστο Δελιά. Θέλω να τον βρείς και να μου τον φέρεις, γιατί το έχουμε χάσει και δεν μπορούμε να τον βρούμε. Τον θέλουμε να μας δώσει κανένα τραγούδι». Ξέρεις, ήταν σπάνιο το φαινόμενο για εκείνη την εποχή η εταιρεία να ψάχνει συνθέτη για να πάρει τραγούδι. Λίγους συνθέτες παρακάλαγε η εταιρεία για τραγούδια. Και τον καιρό εκείνο ο Δελιάς ήταν εξαφανισμένος. Δεν μπορώ να ξέρω εγώ που βρισκόταν.
Φτάνουμε, λοιπόν, στο μαγαζί του γέρο-Διαμαντή(πατέρα του Μανώλη Χιώτη), όταν βρέθηκα με το Δελιά στο ίδιο πάλκο. Δουλέψαμε μαζί γύρω στις 15 ημέρες. Μετά εξαφανίσθηκε πάλι. Βλέπεις, είχε αρχίσει να πέφτει σε λάθη και δεν τον κράταγε τίποτα. Σαν όνειρο θυμάμαι εκείνη την γυναίκα που ερχόταν και τον έπαιρνε και έφευγαν παρέα. Από τότε που έφυγα κι εγώ από το μαγαζί δεν το ξαναείδα. Μετά, στην κατοχή, στη Σαλονίκη, έμαθα ότι πέθανε. Είναι τραγικό, γιατί ήταν υπέροχος συνθέτης και πολύ καλός στο μπουζούκι. Είχε μπροστά του ένα σίγουρο μέλλον, γεμάτο από επιτυχίες. Ο Θεός να τον συγχωρέσει.»

Απάντηση

Επιστροφή σε “Κουβεντούλα”