Ρεμπέτικες Ιστορίες

"Κονσούλτο"
Απάντηση
Μήνυμα
Συγγραφέας
Άβαταρ μέλους
Adonis
συντονιστής<br>(03/2008 ως τώρα)
Δημοσιεύσεις: 232
Εγγραφή: 13 Οκτ 2005 12:10 am

Ρεμπέτικες Ιστορίες

#1 Δημοσίευση από Adonis »

Όλοι όσοι έχετε διαβάσει κάποια βιογραφία Ρεμπέτη θα έχετε διαπιστώσει ότι λίγο ή πολύ ο καθένας ρίχνει «μπηχτές» για κάποιον από τους συναδέλφους του, π.χ. ο τάδε με έριξε, δεν φέρθηκε αντρίκια, ο τάδε μου «έκλεψε» εκείνο το τραγούδι. Θα μου πείτε ότι καθένας όταν έρχεται η στιγμή να γράψει την αυτοβιογραφία του θα υπερασπιστεί τον εαυτό του, θα πει μισές αλήθειες, θα πει ψέματα...
Πρόθεσή μου στο παρόν θέμα-άρθρο είναι να συγκεντρωθούν όλες αυτές οι μαρτυρίες, όσα έχουν ειπωθεί και γραφτεί για τους ρεμπέτες από τους ίδιους τους ρεμπέτες γιατί, όπως λέει και ο φίλος μου ο Κώστας έχουμε μπουχτίσει από όλους αυτούς τους «ρεμπετολόγους» που ο καθένας λέει το μακρύ και το κοντό του…
Προσωπικά δεν υιοθετώ εύκολα τα λεγόμενα τους, επειδή απλά το είπε π.χ. ο Μάρκος, ο Τσιτσάνης κ.α., σημασία έχει να παραθέσουμε όλα τα αποσπάσματα και ο καθένας έπειτα ας κρίνει…
Επειδή η συγκέντρωση όλων των κειμένων απαιτεί πολύ ψάξιμο, όσους ενδιαφέρει το θέμα ας βοηθήσουν γράφοντας ο καθένας και κάτι.

Θα ξεκινήσω με την αυτοβιογραφία του ΡΟΒΕΡΤΑΚΗ που συνέγραψε ο Τάσος Σχορέλης με τον Μίμη Οικονομίδη και δημοσίευσαν το 1973.

«Στις αρχές της κατοχής έρχεται και με βρίσκει ο Βασίλης ο Καλαματιανός που είχε μαγαζί στις Τζιτζιφιές. Μου πρότεινε να πάρω έναν ακόμη και να πάω στο μαγαζί του…Βρίσκω τον Μανησαλή. Ένα βράδυ έρχεται στο μαγαζί ο Παπαϊωάννου. Είχε μείνει χωρίς δουλειά. Κανόνισε ρε Γιώργο νάρθω και γω μου λέει. Εν τάξει Γιάννη θα το πω στον Καλαματιανό. Πιάνω τον Βασίλη και του το λέω. Τότε με άκουγε.
-Ρε Γιώργο να μην μπλέξουμε με τους χασικλήδες κι έχουμε τσαμπουκάδες. Δεν βρίσκεις κανάν άλλο, αφού θέλεις και τρίτον. Τον χασικλή διάλεξες; Μου λέει. Του απάντησα.
-Κυρ Βασίλη δεν έχεις δίκηο. Ο Γιάννης είναι καλό παιδί, έχει γράψη ωραία τραγούδια, έχει τις παρεΐτσες του και στο κάτω κάτω δεν φουμάρει όπως οι άλλοι.

Τον έπεισα και πήραμε τον Παπαϊωάννου με 50 δραχμές μεροκάματο. Εγώ έπαιρνα 80. Έτσι γίναμε τρεις. Με τον Παπαϊώαννου ήμασταν φίλοι.
Ύστερα πήραμε τον Σαμιώτη τον Μοσχονά, που έπαιζε κιθάρα, μετά τον Καπλάνη, τον Στράτο, τον Μάρκο. Γινήκαμε κανονική κομπανία. Ακόμα δούλεψαν κοντά μας ο Κερομύτης, ο Χατζηχρήστος, ο Χιώτης, ο Μητσάκης, ο Γενίτσαρης, η Μπέλλου, ο Ποτοσίδης, ο Λαύκας, η Μυτάκη και δεν θυμάμαι ποιοι άλλοι, τμηματικά.
Έτσι πέρασαν 7-8 χρόνια. Εγώ συνέχεια εκεί. σκλάβος. Ο κόσμος με αγαπούσε. Θέλεις γιατί είχα αποχτήση ένα ονοματάκι από τα τραγούδια μου, θέλεις γιατί ήμουν καλός στο όργανό μου, θέλεις γιατί ήμουν αντιληπτικός και έπιανα τι ζητούσαν οι πελάτες απόχτησα κι εγώ τους φίλους μου. Την πελατεία μου.
Μέσα στο μαγαζί όμως κάτι είχε αλλάξη. Ο Καλαματιανός δεν ήταν ο παληός. Έπαψε να με λογαριάζη. Με έφαγε, βλέπεις, το όργανο. Πήραν την πρωτοβουλία οι μπουζουξήδες. Είχα στεναχωρηθή.
Έτσι βρήκα αφορμή όταν έδωσε αύξηση στους άλλους κι εμένα με άφησε στα ίδια και του λέω:
-Κυρ-Βασίλη σκολάω.

Το έμαθε αυτό ο Γιάννης, το έμαθε και ο Μάρκος αλλά δεν τους έκανε ούτε κρύο ούτε ζέστη. Σκόλασα. Με πείραξε όμως γιατί αυτοί οι δυό ήσαν φίλοι μου.
Την άλλη κ’ όλας μέρα έπειασα δουλειά σ’ ένα μαγαζί απέναντι από του Καλαματιανού, στου Γιώργου του Μαργωμένου. Ωραίο αφεντικό κι αυτός. Πολύ εν τάξει.
Οι άλλοι στη θέση μου πήραν τον Περιστέρη. Όταν παίζαμε μαζί ο Περιστέρης έπαιζε κιθάρα. Δεν πέρασαν 10 μέρες και φάνηκε το κενό. Ο κόσμος με ζήταγε κι ο Περιστέρης άρχισε να κουράζεται. Ήταν και μαέστρος στην ODEON. Αυτή δεν είναι δουλειά τους έλεγε. Είναι κασμάς. Τους έκανε νερά. Και ένα πρωΐ να στο δωμάτιό μου ο Μάρκος, ο Γιάννης κι ο Καλαματιανός.
-Σήκω ρε κι έλα στο μαγαζί, μου λέει ο Μάρκος, κι ότι θέλεις θα το έχης.
Ο Γιάννης κι ο Καλαματιανός τσιμουδιά. Άφιναν τον Μάρκο να καθαρίση. Του απάντησα.
-Ποιος σου είπε ρε Μάρκο, ότι είμαι το βαλιτσάκι σου; Δεν έρχομαι. Γιατί το παράπονό μου για σένα και τον Γιάννη είναι μεγάλο. Εγώ σας πήρα στην δουλειά.
Όταν ζητάγατε αύξηση ερχότανε και ρώταγε ο κυρ-Βασίλης. Ροβερτάκη ο Παπαιωάννου θέλει αύξηση, τι να κάνω; Δός του του αξίζει. Κι αυτό δεν γίνηκε μια και δυό φορές. Και για σένα το ίδιο. Τα τραγούδια σας σε μένα ερχόσασταν να σας τα γράψω να τα πάτε στις εταιρείες. Και στην δουλειά σας έβγαλα παλληκάρια. Οκτώ ώρες σερί πάνω στον πάγκο. Εσείς όμως μάθατε ότι δήλωσα παραίτηση και δεν ήρθατε να με πειάσετε να μάθετε το παράπονο μου. Τώρα έχετε σφιξούρες γιατί ο Περιστέρης δεν σας γράφει τα τραγούδια σας. Το λοιπόν να έρχεστε σε μένα, να σας τα γράφω. Δεν τρέχει τίποτα. Αλλά στην δουλειά δεν ξανάρχομαι. Τους τα είπα μπροστά στον Καλαματιανό και ξεθύμανα. Στο μαγαζί όμως δεν ξαναγύρισα».

Άβαταρ μέλους
Adonis
συντονιστής<br>(03/2008 ως τώρα)
Δημοσιεύσεις: 232
Εγγραφή: 13 Οκτ 2005 12:10 am

#2 Δημοσίευση από Adonis »

Η συνέχεια των αφηγήσεων του Ροβερτάκη είναι ιδαιτέρως αποκαλυπτική για τις μαφίες των Εταιρειών όπως αποκαλεί τους μαέστρους που έκαναν κουμάντο.

"Εγώ δεν μπόρεσα να κάνω μεγάλο όνομα στον κόσμο. Την δόξα την πέρναν οι μπουζουξήδες. Αυτοί ακουγόντουσαν. Εμένα με έφαγε το όργανο. Πιάνο, ακορντεόν, αρμόνιο. Κι ύστερα με έφαγαν και οι μαφίες των εταιρειών. Απ’ τον καιρό που έγραψα την Τσιγγάνα μου μέχρι σήμερα έχω γράψη 1.500 τραγούδια. Άλλα κάναν σουξέ άλλα όχι. Μερικά δεν γραμμοφωνήθηκαν όπως η Τσιγάνα, η Τούλα, το Σύρμα κ.λ.π.
Πολλά ούτε τα θυμάμαι καλά-καλά. Προπολεμικά ο δίσκος είχε 80 δραχμές και το σκεφτόμουνα να τις δώσω. Έτσι δεν έχω όλους τους δίσκους μου. Βέβαια είχα δικαίωμα να παίρνω έναν δίσκο από κάθε τραγούδι μου. Ντρεπόμουνα όμως και δεν πήγαινα να ζητήσω.

Είπα για μαφίες.
Προπολεμικά κι αργότερα σε κάθε εταιρεία εξόν από το αφεντικό υπήρχε κι ένας μαέστρος που έκανε κουμάντο. Οι περισσότεροι από δαύτους ήταν Σταβίνσκηδες. Ο γερό-Λαμπρόπουλος και γερό-Μάτσας ήσαν τίμιοι άνθρωποι. Δεν τους άρεσε το άδικο. Αλλά δύσκολα μαθαίναν τι γινότανε. Κι αυτό κατόπιν εορτής. Δεν άφηναν τα λεχάρια να τους πλησιάσης.
Εμένα μ’ αγαπάγανε και με εκτιμήσουν. Ο μακαρίτης ο Μάτσας μου είχε αναθέση πολλές ενορχηστρώσεις κι όταν ακόμα είχε μαέστρο τον Περιστέρη. Στα πρώτα μου όμως βήματα δεν μπορούσα να τους πλησιάσω. Πάω μια μέρα στον Τούντα, τον μαέστρο της ΚΟΛΟΥΜΠΙΑ. Κύριε Τούντα του λέω θυμήθηκα ένα ωραίο τραγουδάκι που το άκουγα από την μάνα μου. Του έχω βάλη δικά μου λόγια. Ήταν το Τελεγραφίμ ντελέριμ. Μου απαντάει. Πατριωτάκι δεν κάνει γιατί είναι Τούρκικο. Σηκώθηκα κι έφυγα. Σε ένα μήνα το κυκλοφόρησε στο όνομά του, με τον τίτλο «Χαρικλάκι».
Το δικό μου έλεγε:

Πως την έπαθα

Μούπες νάρθω βράδυ-βράδυ
Μόλις πέση το σκοτάδι
Κι ήρθα τοίχο, τοίχο, τοίχο
Δεν μπορώ να σε πετύχω

Και κλαίω και λέω
πώς την έπαθα
σαν κορόιδο κι ερωτεύθηκα

μια μου λές πώς με λατρεύεις
και μετά με κοροιδεύεις
τι θα γίνω εγώ με σένα
που με στήνεις όλο ένα

αποφάσισα να μάθω
για να μην την ξαναπάθω
και πηδώ από την μάντρα
και σε βρίσκω μ’ άλλον άντρα.

Βέβαια δεν ήταν δικό μου, αλλά εγώ του θύμησα. Αυτό γίνηκε το 1932. Σταμάτησα να πηγαίνω. Εν τω μεταξύ δούλεψα και γνωρίστηκα με τον Στράτο. Στα πάλκα παίζαμε τα τραγούδια μου. Του αρέσανε. Κάθε τόσο μου έλεγε.
-Πήγαινε στο γέρο, ρε κορόϊδο. Έχεις ωραία πράγματα γράψη. Ξέρω την πουστιά που σούκανε. Δεν πειράζει. Κάνε υπομονή.
Ο Στράτος ήταν φωνακλάς, αλλά τίμιος άνθρωπος. Μπεσαλής. Άκακος. Μέχρι που πέθανε έλεγε στο καφενείο.
-Μονάχα εγώ, ρε σεις, ξέρω ποιος είναι ο Ροβερτάκης και τι τραγούδια έχει γράψη.
Το αποφασίζω και μια μέρα ξαναπάω. Το 34 με 35. Μούπε να πάω σπίτι του γιατί στην Εταιρεία δεν μπορούσαμε να μιλήσουμε με την ησυχία μας.
Πήρα ένα τετράδιο που είχα γράψη πάνω από 30 τραγούδια μου και πήγα σπίτι του στη Ν. Σμύρνη. Τα πήρε και τα μελέτησε. Σε μια στιγμή άρχισε να σκίζη τα φύλλα και να βάζη άλλο εδώ και άλλο εκεί. ξεχώρισε 6-7 και αφού τα δίπλωσε στα δυο τα έβαλε στο συρτάρι του. Εγώ νόμισα ότι του αρέσανε και τα έπαιρνε να τα πάη στην εταιρεία. Αυτός όμως μου λέει:
-Πατριωτάκι, αυτά να τα ξεχάσεις. Θα σου βάλλω άλλα εσένα. Νέος είσαι κι έχεις καιρό να γράψης πολλά.
Ανάμεσα σ’ αυτά που μου πήρε ήταν η Βαρβάρα και το «είν’ ευτυχής ο άνθρωπος».
Σε λίγο τα έβγαλε στ’ όνομά του. Όμως επειδή είχα μάρτυρες, που ζούνε ακόμα, αργοτερα τα φωνογράφησα στ’ όνομά μου και δεν τόλμησε κανείς να μου μιλήση, γιατί όλοι ξέρουν ότι τα τραγούδια είναι καταδικά μου.
Ο Τούντας μου είχε φάει την ψυχή. Μήπως τα ίδια δεν έκανε του Γιοβάν Τσαούς, της Ρόζας και σε πολλούς άλλους; Δικό του είναι το Χαρικλάκι, το Καναρίνι, ο Χάρος, το Μωρό και τόσα άλλα; Έτσι γίνηκε μεγάλος και τρανός. Με τις δικές μας πλάτες. Βέβαια έγραψε και δικά του, αλλά ο Θεός κι η ψυχή του.
Δεν ήταν μόνο ο Τούντας. Ένας άλλος είχε τόση κακία μέσα του που αν ήταν δυνατόν να σε σφάξη με το δοξάρι του για να μην ακουστή. Αυτός ρήμαξε τους δημοτικούς σαν μαέστρος της ΚΟΛΟΥΜΠΙΑ.
Στην ΟΝΤΕΟΝ τα ίδια και χειρότερα.
-Ροβερτάκη βγάλε κανά ποσοστό να φάμε κι εμείς αν θέλης να πάρουν σειρά τα τραγούδια σου. Αλλοιώτικα θα φθάσουν στον εγγονό του Μάτσα. Φάε και συ.
Στου Πίκινου τρία τραγούδια μου αρέσανε πολύ. Το «Καϋμό μεσ’ την καρδούλα μου», το «Τι σου λέει η μάνα σου για μένα» και το «Ειν ευτυχής ο άνθρωπος».
Τότε στην ΚΟΛΟΥΜΠΙΑ περνούσε ο λόγος και του Σκαρβέλη. Του έδωσα το πρώτο για να μου περάση το δεύτερο. Έτσι το 1937 κυκλοφόρησε ένας δίσκος που από την μεριά τραγουδούσε ο Κάβουρας το «Καϋμό μεσ’ την καρδούλα μου» και στην άλλη ο Ρούκουνας το «Τι σου λέει η μάνα σου για μένα». Το πρώτο γράφτηκε στο όνομα του Σκαρβέλη το δεύτερο στο δικό μου. Άλλος Τούντας αυτός.
Μεταπολεμικά το γραμμοφώνησα δυο φορές στ’ όνομά μου. Μια με την Μπέλλου και μια με τον Γαβαλά. Το ίδιο γίνηκε και με το «Ειν’ ευτυχής ο άνθρωπος». Αυτό το γύρισα τρεις φορές, με τον Γαβαλά, τον Αγγελόπουλο και την Γεωργακοπούλου.
Αυτή είναι η αλήθεια. Όλοι τους μια φάρα.
Το μόνο καλό ανθρωπάκι, που ξεχώριζε, ήταν ο Ογδοντάκης. Συμμαζεμένος σεμνός κι όχι κλέφτης."

Άβαταρ μέλους
Pikinos
More than 150 posts user.
Δημοσιεύσεις: 329
Εγγραφή: 29 Μάιος 2006 10:20 am
Τοποθεσία: Γερμανία
Επικοινωνία:

#3 Δημοσίευση από Pikinos »

Φανταστικα αρθρα Αντωνη, σ ευχαριστουμε!

Ηθελα επισης να ρωτησω αν προκειται για προσωπικες σου πηγες ή αν τα βιβλια υπαρχουν στο εμπορειο.

Χαιρετισματα
Von allem Geschriebenen liebe ich nur das, was einer mit seinem Blute schreibt. Schreibe mit Blut: und du wirst erfahren, dass Blut Geist ist.

Άβαταρ μέλους
Adonis
συντονιστής<br>(03/2008 ως τώρα)
Δημοσιεύσεις: 232
Εγγραφή: 13 Οκτ 2005 12:10 am

#4 Δημοσίευση από Adonis »

Ο Ρούκουνας σχετικά με τα τραγούδια: «Καϋμό μεσ’ την καρδούλα μου» και «Τι σου λέει η μάνα σου για μένα» θυμάται τα εξής:

"Τότες υπήρχε ένας καλός τραγουδιστής και καλό παιδί ο Κάβουρας, πέθανε νέος. Λοιπόν η εταιρεία τον έβαλε και τραγούδησε το τραγούδι του Σκαρβέλη «Καϋμό μεσ’ την καρδούλα μου» . Για να τον βοηθήσουν λοιπόν τον Κάβουρα, μια κι εγώ είχα γίνη γνωστός, βάλανε και μένα και από πίσω τραγούδησα το «Τι σου λέει η μάνα σου για μένα». Και τα δυο είναι του Σκαρβέλη, και ότι άλλο λένε και ποστηρίζουν είναι εκ του πονηρού. Τα θυμάμαι καλά σαν νάναι σήμερα. Και δεν τα θυμάμαι καλά μόνω εγώ αλλά και άλλοι που ζούνε ακόμα. Γίνονται κάτι πράματα τα τελευταία χρόνια που σου κάνουν την πέτσα να αγριεύη. Παίρνουν το "Κουκλί της Κοκκινιάς", του Ανέστη το "Ο Πρεζάκιας" και σου λένε ότι είναι δικά τους. Κι άλλα, κι άλλα. Όλα δικά τους, λέει. Και ο "ναργιλές" δικός τους. Αυτά είναι ντροπής πράματα.

Άβαταρ μέλους
Adonis
συντονιστής<br>(03/2008 ως τώρα)
Δημοσιεύσεις: 232
Εγγραφή: 13 Οκτ 2005 12:10 am

#5 Δημοσίευση από Adonis »

Σειρά τώρα έχουν οι αφηγήσεις του Στελλάκη Περπινιάδη στον Χατζηδουλή. Ο Στελλάκης μιλάει για τη λεηλασία που έγινε στα τραγούδια του Βαγγέλη Παπάζογλου.

«Ο Βαγγέλης είχε ένα τραγικό τέλος στην Κατοχή. Πέθανε πολύ νέος το 43’ από φθίση και άφησε πίσω του μια τυφλή γυναίκα, την Αγγελίτσα. Τα τελευταία χρόνια έχουν πέσει απάνω στα τραγούδια του όλοι οι κλέφτες και δεν έχουν αφήσει τίποτα όρθιο. Ακόμα δεν πήγαν και στον τάφο του, να του κλέψουν τα οστά! Χωρίς φιλότιμο και ίχνος πέτσας, πήραν φόρα και άρχισαν να λεηλατούν τα τραγούδια του Βαγγέλη. Η χήρα του δεν μπορεί να κάνει πολλά πράγματα. Ο Μακρής, στην ΑΕΠΙ, δεν είναι για συζήτηση. Και οι κλέφτες αλωνίζουνε, χωρίς να δίνουνε λογαριασμό σε κανένα. Εγώ ξέρω όλους τους κλέφτες και όλα τα τραγούδια που άρπαξαν. Τα ακούω στο ραδιόφωνο ή αλλού και αμέσως τηλεφωνάω στην Αγγέλα. Πρώτος ο Μάρκος, έκλεψε ένα πολύ ωραίο χασάπικο του Παπάζογλου και πριν από λίγα χρόνια το έκανε δίσκο, είναι «Οι γλάροι». Όταν το άκουσα τηλεφώνησα νευριασμένος στην Αγγέλα και της το είπα. Μετά, έκλεψε ο Μητσάκης, ο Καπετάνιος, ο Μανησαλής, ο Ροβερτάκης, ο Γαβαλάς και ο Βασιλειάδης-αυτό το μούτρο, που δεν έχει πάνω του καθόλου φιλότιμο. Αυτός έκλεψε τον «Αργιλέ» και έκανε το «Μωρό μου», που τραγουδάει ο Καζαντζίδης. Εγώ το άκουσα πρώτος και τηλεφώνησα στη γυναίκα του Βαγγέλη και της έβαλα τις φωνές που κάθεται με σταυρωμένα χέρια. Όταν εκείνη τηλεφώνησε στην εταιρεία και φώναζε, μετά, πήγε στο σπίτι της ο Βασιλειάδης και με την πιο μεγάλη αναίδεια, της είπε να της δώσει 500 δραχμές, για να πατσίσουνε! Μου το είπε στο τηλέφωνο η ίδια η Αγγέλα. Αυτό το παλιόμουτρο δεν σεβάστηκε ότι ο πατέρας του, (ο γέρο-Βασιλειάδης), εγώ και ο Παπάζογλου είμαστε στενοί φίλοι και συνεργάτες. (Ο πατέρας του Βασιλειάδη έπαιζε σαντούρι). Δεν σεβάστηκε ότι μεγάλωσε μέσα στο σπίτι του Παπάζογλου. Και να ξέρεις ότι ο Παπάζογλου ήτανε και έτοιμος τότε να βαφτίσει το Βασιλειάδη-παρά λίγο θα γινότανε και νονός του! Τίποτα δε σεβάστηκε από όλα αυτά και πήρε φόρα, πρώτος αυτός, να κλέβει.
Είπα στην Αγγέλα να τους κάνει δικαστήριο και θα πάω μάρτυρας, εγώ που τα τραγουδάω και ο Μανωλάκης ο Μαργαρώνης, που ‘παιζε στο δίσκο. Αλλά μήπως οι ίδιοι κλέφτες δεν κάνουν τα ίδια και στα τραγούδια του Τούντα; Δεν υπάρχει πεθαμένος που να μην τον έχουν κατακλέψει».

Ο Χατζηδουλής σημειώνει τις προσπάθειες του Τούντα, του Στελλάκη και του Μοντανάρη να ιδρύσουν μια εταιρεία, το «Γραφείο Προστασίας δικαιωμάτων», που θα προστάτευε τα πνευματικά δικαιώματα των συνθετών και στιχουργών.
«…Θέλαμε συμπληρώνει ο Στελλάκης, να ελέγχουμε οι ίδιοι και να προστατέψουμε τα πνευματικά μας δημιουργήματα, ενώ είχαμε σκοπό να ζητήσουμε και αυξήσεις, από τις πάντα αχόρταγες εταιρείες. Γι’ αυτό το σκοπό ο Τούντας πλησίασε, με απόλυτη μυστικότητα, όλους τους συνθέτες της εποχής και οι περισσότεροι απ’ αυτούς, αν και ήταν μέλη της ΑΕΠΙ, απάντησαν: «Εντάξει…»
«Φυσικά, λέει ο Χατζηδουλής, η συνέχεια είναι γνωστή. Οι αντιδράσεις εκείνων που δεν ήθελαν με κανένα τρόπο να γίνει κάτι τέτοιο, υπήρξαν πολλές και κάτι παραπάνω από λυσσασμένες. Και με τη βοήθεια ανωτάτων στελεχών της Χούντας του Μεταξά και των φωνογραφικών εταιρειών(οι οποίες εκβίασαν ανοιχτά πολλούς συνθέτες), πέτυχαν να διαλύσουν την κίνηση, πριν κάνει το δεύτερο βήμα της. Σπουδαίο ρόλο δε, έπαιξε τότε γνωστότατος άρπαγας και φασίστας, ρεμπέτης συνθέτης.»
Τέλος ο Χατζηδουλής αναφέρει πως ο Τούντας, ο Τσαούς, ο Παντελίδης ο Μοντανάρης, ο Στελλάκης, ο Τσιτσάνης κ.α. δεν έγιναν ποτέ μέλη της ΑΕΠΙ.

mpletsas
More than 150 posts user.
Δημοσιεύσεις: 522
Εγγραφή: 06 Σεπ 2004 07:28 pm

#6 Δημοσίευση από mpletsas »

Αντώνη συνέχισε γερά, σε ευχαριστούμε για την έρευνα που κάνεις στις πηγές για να μας παρουσιάσεις συγκεντρωμένα όλα αυτά τα στοιχεία.

Άβαταρ μέλους
katsabinis
More than 50 posts user
Δημοσιεύσεις: 97
Εγγραφή: 26 Ιουν 2006 10:36 pm
Τοποθεσία: Δίστομο
Επικοινωνία:

#7 Δημοσίευση από katsabinis »

Αντώνη συγχαρητήρια. Ειλκρινά είναι πολύ χρήσιμα αυτά που γράφεις και μας ξεστραβώνουν κι' όλας
Πάντα τέτοια!!

Απάντηση

Επιστροφή σε “Κουβεντούλα”