Η Μαρίκα η δασκάλα

Από στίχοι
Αναθεώρηση ως προς 00:00, 1 Ιανουαρίου 1970 από τον fakk (συζήτηση)
(διαφορά) ← Παλαιότερη αναθεώρηση | Τελευταία αναθεώρηση (διαφορά) | Νεότερη αναθεώρηση → (διαφορά)
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Η Μαρίκα η δασκάλα πο 'χει σπίτια δυο μεγάλα,

το πρωί στις έξι βγαίνει και στην αγορά πηγαίνει,

το καλάθι της κρατάει και με όρεξη κοιτάει,

να 'βρει τρυφερό μοσχάρι ή κανένα φρέσκο ψάρι.


Ένας νιος λεβέντης πρώτης, ο ψαράς ο Παναγιώτης,

τη δασκάλα τη γνωρίζει και τηνε καλημερίζει,

έχω δυο λαβράκια φίνα, που 'ρθαν τώρα απ' τη Ραφήνα,

πάρε το 'να το βράσεις, μια ψαρόσουπα να φτιάξεις.


Το λαβράκι δε μου κάνει, θέλω ψάρι για τηγάνι

κι αν δεν έβρω παλαμίδα, παίρνω γόπα ή μαρίδα

κι αν δεν έβρω τέτοια ψάρια, παίρνω μια οκά παντζάρια,

βάζω και λιγάκι λάδι και μασάω και το βράδυ.


Έτσι κάθε μέρα βγαίνει κι όμως τίποτα δεν παίρνει,

η τσιγκούνα η δασκάλα πο 'χει σπίτια δυο μεγάλα,

κάθε τρυφερό τσ' αρέσει, μα φοβάται να ξοδέψει

κι έτσι απ' την τσιγκουνιά της μένει άδεια η κοιλιά της. |