Ο γερο-ναυτικός
Απόψε πάλι σκεφτικός είναι ο γέρο ναυτικός,
[τι συλλογίζεται κι αναστενάζει,
τον πόνο κρύβει στην καρδιά, καραβοτσακισμένος πια.]]
Στα νιάτα του αγάπησε κι ένα πρωί μπαρκάρισε
[και χρόνια πέρασαν για να γυρίσει,
του ‘παν σαν ήρθε ένα πρωί, την πήρε ο Χάρος μιαν αυγή.]]
Και από τότε μονάχος, ο ασπρομάλλης ναυτικός,
τα χρόνια πέρασε δυστυχισμένα,
σέρνει το βήμα του βαρύ, ακουμπισμένος στο ραβδί.